Παιδαγωγική Πορεία
από την απορία και την Αμφιβολία προς την έρευνα και την
Αμφισβήτηση, προς την αντικειμενικότητα και την
Ωριμότητα της Σκέψης και τη δημιουργική Επινόηση.
του Φ. Κ.
Βώρου
Είτε από τάση φυσική
είτε για λόγους χρείας
οι άνθρωποι πορεύονται από την άγνοια προς τη γνώση,
άλλοτε αγγίζοντας οι ίδιοι την πραγματικότητα (με βήματα
εμπειρίας), άλλοτε βλέποντας ή ακούγοντας τους άλλους,
που έχουν προηγηθεί. Η πορεία από την άγνοια προς τη
γνώση είναι επιθυμητή ή αναγκαία και συνήθως είναι
ευχάριστη, ίσως όμως και κοπιώδης μαθησιακή
διαδικασία χωρίς ορατό τέρμα, γιατί:
·
Κάθε
βήμα μάθησης διανοίγει ευρύτερο ορίζοντα άγνωστης
περιοχής (ως προς το πλάτος και το βάθος).
·
Κάθε
βήμα μάθησης δε συνοδεύεται από αντίστοιχη
βεβαιότητα ότι έχουμε προσεγγίσει την αλήθεια.
·
Η
αβεβαιότητα για την προσέγγιση της αλήθειας
σε κάποιο συγκεκριμένο τομέα μπορεί να γενικευτεί
ως αμφιβολία γενικευμένη για όλη τη μαθησιακή
πορεία προς το περιβάλλον (φυσικό ή κοινωνικό) ή
προς τον εαυτό μας (αυτογνωσία).
·
Η
«φυσιολογική» τάση προς αμφιβολία μπορεί να
εξελιχτεί σε συστηματική και μεθοδευμένη αρχή για
πιο συστηματική σπουδή της πραγματικότητας (της
φύσης, της κοινωνίας, της συνείδησής μας).
·
Η
αμφιβολία γίνεται εντονότερη και πιο μεθοδική,
όταν συναντάται με αντίρροπες τάσεις που εκφράζονται
από άλλους. Αλλά οδηγεί όλους τους αμφιβάλλοντες
σε πιο προσεκτική σπουδή της πραγματικότητας, ώστε ή
να εδραιωθεί καλύτερα η αμφιβολία τους ή να
αρθεί, αν προκύψουν ισχυρότερα τεκμήρια ή
επιχειρήματα για άρση της ή περιορισμό της.
·
Δυο
αντίρροπες τάσεις αμφιβολίας μοιραία οδηγούν σε
αμοιβαία αμφισβήτηση των αντίρροπων τάσεων,
ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ζητήματα κοινωνικά,
πολιτικά, ιδεολογικά, όπου οι αντίρροπες τάσεις
εκφράζουν αντίπαλες κοινωνικές / πολιτικές ομάδες με
αντίθετα συμφέροντα και αντίπαλες ιδεολογίες. Η
αμοιβαία αμφισβήτηση εύλογα οδηγεί σε πιο
προσεκτική σπουδή των πραγμάτων, εκτίμηση πιο
αντικειμενική των καταστάσεων - πραγμάτων -
προσώπων και πιο μεθοδική συλλογιστική και
αποδεικτική διαδικασία απ' τις δυο πλευρές των
αμοιβαία αμφισβητούντων και αμφισβητούμενων προσώπων
(ή ομάδων). Δηλαδή η αμφισβήτηση προάγει τον
τρόπο σπουδής των πραγμάτων και διατύπωσης θέσεων,
απόψεων, επιχειρημάτων. Ίσως και να προωθεί σε
ορθότερα τελικά συμπεράσματα και κοινωνικά
δικαιότερες λύσεις.
·
Παράλληλα η αμφιβολία - αμφισβήτηση- πιο προσεκτική
διερεύνηση των προβλημάτων οδηγεί τους
αμφιβάλλοντες ή αμφισβητίες σε διαμόρφωση ύφους
και ήθους
στον τρόπο σκέψης και έκφρασης:
-
γίνονται πιο νηφάλιοι,
-
αναπτύσσουν σεβασμό για τον απέναντι,
-
νιώθουν περισσότερο αυτοσεβασμό /
αυτοπεποίθηση,
- εκτιμούν
την ευπρέπεια λόγου στους άλλους και την επιδιώκουν
ή την επιθυμούν οι ίδιοι,
- εκτιμούν
την τόλμη του αμφισβητία και ενδεχόμενα αναπτύσσουν
τόλμη, ιδιαίτερα αν με την αμφισβήτηση νιώθουν ότι
υπερασπίζονται τη δικαιοσύνη ή τα συμφέροντα των
αδικημένων, δικά τους ή των άλλων.
Συμπερασματικά:
φρονώ ότι η αμφιβολία και η αμφισβήτηση
αποτελούν προγύμναση, για να γινόμαστε πιο
αντικειμενικοί στην προσέγγιση της αλήθειας και
εκτίμησή της και , τελικά, πιο ώριμοι και επινοητικοί
για την επίλυση προβλημάτων ζωής:
- στις κοινωνικές
σχέσεις,
- στις πολιτικές
δράσεις / αντιδράσεις,
- στην επιστημονική
έρευνα,
- στην υπηρεσιακή
λειτουργία κ.λπ . κ.λπ.
Υπάρχει
βέβαια η πιθανότητα να ερμηνεύουν άλλοι (π.χ. οι φίλοι
και κόλακες του αμφισβητούμενου) την αμφισβήτηση ως
κακόβουλη κριτική ή αντιπαλότητα του αμφισβητία προς τον
αμφισβητούμενο. Γι' αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή
για ακρίβεια λόγου και διευκρίνιση των κινήτρων του
αμφισβητία, όταν αυτός προβάλλει με λόγια πειστικά την
ανάγκη για το κοινό καλό (παράλληλα με τις προσωπικές
επιδιώξεις).
|