Για τη μονιμότητα των
δημοσίων υπαλλήλων
(ειδικά των
εκπαιδευτικών)
του Φ.
Κ.Βώρου
Με εύλογο ενδιαφέρον
παρακολουθώ τις σχετικές με το θέμα αυτό δηλώσεις,
συνεντεύξεις, κεντρική αρθογραφία, που πήραν κάποια
δημοσιότητα στα πλαίσια της γενικότερης συζήτησης για
κάποια αναθεώρηση του Συντάγματος.
Και εννοώ το εύλογο ενδιαφέρον του πολίτη, που δεν
κινείται από κίνητρα προσωπικά αλλά έχει την εμπειρία
αδιατάρακτης υπηρεσίας 38 χρόνων σε θέσεις διάφορες ως
μόνιμος δημόσιος εκπαιδευτικός λειτουργός. Και νομίζω
ότι η μονιμότητα, ειδικά για τον εκπαιδευτικό, είναι
για πολλούς λόγους κοινωνικά και παιδαγωγικά πιο
ωφέλιμη, εφόσον πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα:
Α΄ . Οι λόγοι υπέρ
της μονιμότητας είναι οι ακόλουθοι, κατά τη γνώμη
μου:
.α΄. Αυτός που
διορίζεται - με διαδικασίες επιλογής βέβαια αδιάβλητες-
ως μόνιμος εκπαιδευτικός λειτουργός μπορεί άνετα
να διαθέτει τη σκέψη του και μέρος του χρόνου του, για
να αυτοβελτιώνεται και να απολαμβάνει το έργο του, να
προσεγγίζει τα όρια «παιδαγωγικής ευδαιμονίας»
για τον εαυτό του και το μαθητικό ακροατήριό του.
.β΄. Ο μόνιμος
εκπαιδευτικός εκτός από τη συνειδητή επιδίωξη της
αυτοβελτίωσης δέχεται και αφομοιώνει τη φυσιολογική
βελτίωση της παιδαγωγικής - διδακτικής εμπειρίας και την
ευεργετική επίδραση της ενδοϋπηρεσιακής συμβουλής από
παλαιότερους συναδέλφους του και τον ειδικό κατά
περίπτωση Σύμβουλο (στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε
παρακάτω).
.γ΄. Όποιος απολαμβάνει
τη μονιμότητα με αίσθημα αξιοπρέπειας
ενδιαφέρεται και για τη βελτίωση της Εκπαίδευσης ως
κοινωνικού θεσμού και μπορεί να έχει και να διατυπώνει
γνώμη για λόγους ευνόητους.
.δ΄. Είναι πιθανό να
φτάνει καλόπιστα στη διατύπωση αμφιβολίας και
άσκηση δημιουργικής κριτικής για την εκπαιδευτική
πραγματικότητα, δηλαδή να βοηθάει την ηγεσία να δει
πιο προσεκτικά όσα αδυνατεί να διακρίνει για λόγους
ποικίλους (απόσταση από την πραγματικότητα, υποκλίσεις
από το περιβάλλον, πιθανή μυωπία, πολυπραγμοσύνη ή
εύλογη υπεραπασχόληση κ.α.).
Όλα τα παραπάνω αγαθά
μειώνονται, αν λείπει το αίσθημα ασφάλειας που εγκλείει
η μονιμότητα, ειδικά η άσκηση κριτικής, φοβάμαι
ότι χάνεται εντελώς προς μεγάλη ζημία της ηγεσίας και
τελικά της κοινωνίας, όπου η κριτική αποτελεί
χρησιμότατη λειτουργία ανανεωτική.
.ε΄. Κάτι φαινομενικά
άσχετο προς την Εκπαίδευση αλλά σημαντικό για την
κοινωνία σε καιρούς ανησυχητικής υπογεννητικότητας:
ο μόνιμος δημόσιος εκπαιδευτικός λειτουργός είναι
πολύ πιο κοντά στην απόφαση να δημιουργήσει οικογένεια
για λόγους αυτονόητους. Και είναι τόσο σημαντικό το
πρόβλημα αυτό, ώστε σύντομα, νομίζω, η κοινωνία θα
αναζητήσει και άλλους τρόπους ενθάρρυνσης των νέων για
δημιουργία οικογένειας.
Β΄. Αναγκαίες και
ευκταίες προϋποθέσεις:
.α΄. Οι διαδικασίες
επιλογής / διορισμού εκπαιδευτικών να είναι
αδιάβλητες αλλά και να αγγίζουν την ουσία της
επιστημονικής και παιδαγωγικής προετοιμασίας του
εκπαιδευτικού για το διδακτικό έργο του.
.β΄. Ο πρώτος διορισμός
να συνοδεύεται από ένα σύντομο σεμινάριο ειδικής
ενημέρωσης για το συγκεκριμένο διδακτικό έργο που
προβλέπεται να ασκήσει ο νεοδιόριστος στη σχολική μονάδα
που τον περιμένει.
.γ΄. Να ισχύσει
ουσιαστικά ο θεσμός της εποπτείας και αξιολόγησης του
εκπαιδευτικού για το έργο που προσφέρει στην αίθουσα
διδασκαλίας. Δεν πρόκειται για θεσμό ελέγχου αλλά θεσμό
συμβουλής και συμβολής για την επιτυχία του έργου
στη σχολική αίθουσα. Είναι τόσο λεπτή και ευαίσθητη η
τέχνη της διδασκαλίας, ώστε να μη μαθαίνεται με την
ανάγνωση βιβλίων, αλλά με την προσφορά διδακτικού έργου
στην αίθουσα και τη συμβουλή από τον αρχαιότερο και
έμπειρο προς τον νεότερο.
Και η συμβουλή αυτή μπορεί να διατυπωθεί ουσιαστικά /
λειτουργικά στην αίθουσα διδασκαλίας, την κατάλληλη
στιγμή, όταν δηλ. ο νεότερος θα έχει πραγματοποιήσει
ωριαία διδακτική προσπάθεια και ενδεχόμενα θα έχει
κάποια ατέλεια ή αβλεψία, για την οποία θα του μιλήσει
διακριτικά, ευγενικά και τεκμηριωμένα ο ωριμότερος και
εμπειρότερος συνάδελφος που παρακολούθησε ως απλός
ακροατής.
Από αυτή τη λεπτή συνάντηση μπορεί να εξαρτηθεί η
πορεία του νεοδιόριστου προς παιδαγωγική ευδαιμονία
- επιτυχία ή παιδαγωγική κακοδαιμονία - αποτυχία.
Από αυτή τη διαδικασία θα μπορεί και η Υπηρεσία να έχει
μια υπηρεσιακή Έκθεση για την ποιότητα των
εκπαιδευτικών της και την αντίστοιχη ή ανάλογη ή την
καλύτερη δυνατή αξιοποίησή τους στο μέλλον. Όλα τα άλλα
στοιχεία του υπηρεσιακού φακέλου (σπουδές, δημοσιεύματα,
συμμετοχή σε συνέδρια κ.λπ.) έχουν αξία δευτερεύουσα σε
σύγκριση προς την υπηρεσιακή έκθεση για το τι
μπορεί ο κρινόμενος να κάνει στην αίθουσα διδασκαλίας,
όπου 20-25 ζευγάρια μάτια (και αυτιά) περιμένουν από
αυτόν φως και σκέψης φωτισμό:
-
για ορισμένο ή συμφωνημένο θέμα
-
μέσα σε συγκεκριμένες περιστάσεις
-
με συγκεκριμένη μαθησιακή δυνατότητα ακροατηρίου
(ορισμένης ηλικίας και προπαιδείας).
Προσωπικά φρονώ ότι η
αποδυνάμωση ή σχεδόν έκλειψη του θεσμού της εποπτείας
και αξιολόγησης του εκπαιδευτικού για το έργο που
παράγει στην αίθουσα διδασκαλίας έχει πολύ συμβάλει σε
μαρασμό της δημόσιας Εκπαίδευσης
και σε μείωση υπόληψης των εκπαιδευτικών μέσα στην
κοινωνία μας και σε γενική δυσχέρανση του έργου τους.
Γνωρίζω, βέβαια, ότι πολλοί διαφωνούν με τις εκτιμήσεις
αυτές. Πολύ σεβαστή η δική τους άποψη
και ελπίζω σεβαστά δυο ερωτήματα απλά :
Έχουν δικαίωμα οι γονείς
και κηδεμόνες να έχουν γνώμη (και πρώτα πληροφόρηση) για
ό,τι συμβαίνει στην αίθουσα διδασκαλίας, όπου και τα
παιδιά τους ;
Ρωτήθηκαν (με έρευνα
απρόσωπη, με ενημέρωση και ελευθερία γνώμης) για το αν
δέχονται την τόση ευαισθησία των εκπαιδευτικών, ώστε να
μην αξιολογείται το διδακτικό έργο τους;
.ε΄. Τελευταία αναγκαία
προϋπόθεση, για να λειτουργεί δημόσια Εκπαίδευση ως
θεσμός ευεργετικός για την κοινωνία όλη, είναι τούτη,
νομίζω:
Η πολιτική ηγεσία να
εκτιμά ως χρήσιμη τη γνώμη των εκπαιδευτικών για
τα εκπαιδευτικά που γνωρίζουν ως λειτουργοί της αίθουσας
διδασκαλίας, όχι ως αξιωματούχοι με άλλες οποιεσδήποτε
αρετές. Ακόμη και να έχει τη δύναμη να ακούει
κριτική, για να μπορεί έπειτα να έχει γνώμη πιο
σωστή. Και, όταν ασχολείται με προαγωγές να λησμονεί το
κριτήριο του «είναι δικός μας».
Σε σχέση με τη
ζητούμενη εποικοδομητική νοοτροπία της πολιτικής ηγεσίας
θεωρώ σκόπιμο να κάνω μια διευκρίνιση προσωπική και να
κλείσω με ένα περιστατικό αποκαλυπτικό νοοτροπίας.
Η διευκρίνιση: ως
εκπαιδευτικός δεν ένιωσα προσωπικά ποτέ αδικημένος από
την υπηρεσία, από το 1976 είχα προαχθεί στον υψηλότερο
βαθμό της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας και είχα όλη την
άνεση να διατυπώνω γνώμη (με ευπρέπεια) και να ασκώ
κριτική δημόσια, όντας μόνιμος εκπαιδευτικός λειτουργός
και υπηρετώντας σε θεσμό κατά νόμον συμβουλευτικό για
την πολιτική ηγεσία (Κ.Ε.Μ.Ε. -Παιδαγωγικό Ινστιτούτο).
Το περιστατικό
νοοτροπίας αποκαλυπτικό:
πριν περίπου 20 χρόνια είχα αντιπροσωπεύσει τη χώρα μας
σε ένα συνέδριο που οργανώθηκε στην Οξφόρδη με θέμα:
«Πώς και πόσο η Εποπτεία της Εκπαίδευσης (The
Inspectorate)
μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση του Εκπαιδευτικού
Συστήματος».
Σε κάποια συνεδρίαση ο Γάλλος αντιπρόσωπος αφηγήθηκε την
ακόλουθη προσωπική εμπειρία του: Σε δυο τρεις μήνες
περίμενε έξοδο από την υπηρεσία, αυτός και δυο
ομοιόβαθμοί του. Ο Υπουργός τους τούς κάλεσε και τους
παρακάλεσε τα εξής: «Να μου υποδείξετε σεις τους
διαδόχους σας με τούτα τα κριτήρια:
-
Να έχουν σταδιοδρομήσει σ' αυτή τη βαθμίδα
Εκπαίδευσης, για την οποία θα γίνουν Σύμβουλοί μου.
-
Να έχουν γίνει αποδεκτοί στον τομέα τους ως
επιστήμονες και δάσκαλοι (με την εμπειρία - ευλογία της
αίθουσας). Και
-
Να μπορούν να έχουν γνώμη, αν χρειαστεί να
μπορούν να διαφωνήσουν προς τον Υπουργό, με επιχειρήματα
που απορρέουν από τη γνωριμία τους με την εκπαιδευτική
πραγματικότητα.
Όταν γύρισα επισκέφτηκα
τον Υπουργό, που είχε εγκρίνει και υπογράψει την
αποστολή μου, για να του επιδώσω σχετικό Υπόμνημα -
συμπεράσματα. Κατά την προοιμιακή συζήτηση που είχαμε
με ρώτησε για γενικές εντυπώσεις. Του αφηγήθηκα ό,τι
είχα ακούσει από το Γάλλο αντιπρόσωπο. Συννέφιασε. Η
συνομιλία σχεδόν διακόπηκε, γιατί ...πίεζαν άλλες
υποχρεώσεις. Και δεν ξαναϊδωθήκαμε,
μολονότι είχαμε αρχίσει σε προηγούμενη συνάντηση (με
δικό του αίτημα - πρόταση) να μελετάμε ένα εκπαιδευτικό
ζήτημα, που το έβλεπε από ψηλά, αλλά δεν τον άφηναν,
ίσως οι «σύμβουλοί» του, να το ιδεί στην πράξη , από
κοντά.
Φ. Κ. Βώρος,
Ph.
D.,
επιτ. Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου
Πικέρμι, 6-2-2006
|