Τα έθιμα του Σιατιστινού γάμου

 

              Ο γάμος για τους Σιατιστινούς είναι ένα πανηγύρι  που διαρκεί δυο βδομάδες, μια πριν  και μια μετά τη στέψη. Και είναι πανηγύρι όχι μόνο για τις οικογένειες των νεονύμφων  αλλά και για όλους τους Σιατιστινούς, που ή συμμετέχουν, ως συγγενείς  και καλεσμένοι,  ή απλά παρακολουθούν τα δρώμενα και συγκινούνται  από το θέαμα και τη μουσική.

Τα γαμήλια έθιμα είναι πολλά και ποικίλα. ' Αλλα έχουν στόχο την επίδειξη του πλούτου, της ομορφιάς  και της νοικοκυροσύνης της νύφης κι άλλα εκφράζουν την περιέργεια  ή και την αγωνία του ανθρώπου  να προεικάσει ή και να καθορίσει -αν μπορεί- τα μελλούμενα για τη ζωή του νέου ζευγαριού, εκφράζουν την επιθυμία του να ξορκίσει  το κακό  και  να συντελέσει  στο να γίνει η ζωή των νιόπαντρων  ήρεμη, «γλυκιά», κι όλο αγάπη.   

Όλα τους  όμως, παρά την ιδιαιτερότητα του στόχου τους ,  έχουν κάτι κοινό: Ξεχωρίζουν για το σεβασμό στους μεγαλύτερους και στην  τάξη την ιεραρχική, για την αρχοντιά στη συμπεριφορά, για το χιούμορ, για τον πλούτο και την ευαισθησία των συναισθημάτων που  αποκαλύπτουν , την ίδια ευαισθησία που εκφράζουν και τα  συνοδευτικά γαμήλια τραγούδια. 

 

Η παρουσίαση των εθίμων που ακολουθεί  είναι μια εκτεταμένη περίληψη  από το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών βιβλίο το Δ. Παπαναούμ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ και ειδικά από το κεφάλαιο: «Τα έθιμα του γάμου».  Στην περίληψη αυτή ενσωματώθηκαν και  γραπτές ή προφορικές πληροφορίες  άλλων  Σιατιστινών  που γνωρίζουν  καλά τα έθιμά μας, όπως της κ.΄Αννας Γκουτζιαμάνη-Στυλιανάκη, του κ. Αποστόλου Τζώνου και άλλων, και τους ευχαριστούμε γι' αυτό.

 

       Οι  διαδικασίες  του γάμου αρχίζουν την Κυριακή  (8 μέρες πριν από τη Στέψη) :      η νύφη στέλνει στο γαμπρό το «νάχτι» κι  εκείνος σ'  αυτήν  τα «μαζιά».

Στο σπίτι της νύφης μπροστά σε συγγενείς και στενούς φίλους ο πατέρας μετράει σ' ένα δίσκο τα «χρυσά»,  τις λίρες που έταξε στο γαμπρό ως «νάχτι», τις μαζεύει σε ένα μεταξωτό μαντίλι και τις παραδίδει σε δυο άντρες να τις μεταφέρουν στο σπίτι του γαμπρού.

Στο σπίτι του γαμπρού περιμένουν συγγενείς και στενοί φίλοι.  Οι απεσταλμένοι της νύφης  παραδίδουν στο γαμπρό ή στον πατέρα του το «νάχτι», εύχονται και φεύγουν, αφού -τις περισσότερες φορές- δεχτούν από το γαμπρό  ως  δώρο  χρήματα (κάτι από το νάχτι).

Μαζί τους κατά την επιστροφή  έρχεται και  ένας απεσταλμένος του γαμπρού μεταφέροντας σε ένα πιάτο  όμορφα διακοσμημένο τα  «μαζιά», τα καλλυντικά που στέλνει ο γαμπρός για τη νύφη και τις φιλενάδες της.

   Κατά τη μεταφορά  των «χρυσών»  και των «μαζιών»  προπορεύεται ένας άντρας ή ένα μικρό αγόρι που κρατάει «τ΄γ(κ)ουργ(κ)ουλιάτου» δηλ.  ένα ειδικό μπουκάλι  με κρασί, που  αντί για πώμα  έχει λουλούδια.

Από τη μέρα αυτή σταματούν πια οι επισκέψεις  μεταξύ των συμπεθέρων. Δεν έχουν καιρό για χάσιμο. Οι δουλειές είναι πολλές. Ο  παραβάτης του κανόνα αυτού  τιμωρείται άμεσα  με «αλεύρωμα» στα μάγουλα.

Την Πέμπτη το πρωί ο γαμπρός στέλνει με τον «υπηρέτη» τα προσκλητήρια του  γάμου  σε συγγενείς και φίλους και το βράδυ στο σπίτι του, παρουσία των στενών συγγενών,  οι κοπέλες «αναπιάνουν τα προζύμια» για τα ψωμιά  του γάμου, την τούρτα ή κουλούρα με τα σχέδια απάνω και τα σιμίτια για το κάλεσμα του κουμπάρου και των μπράτιμων. Τα υλικά ήδη είναι έτοιμα στη «σκαφίδα», την ειδική  σκάφη του ζυμώματος. Εκείνη που τα αναπιάνει, η ομορφότερη, φοράει μαντήλι στο κεφάλι και στη μέση ποδιά, την «τάβλα», και  δεν πρέπει στο ζύμωμα να κλείσει τα χέρια της σε γροθιά και ούτε να χτυπάει τη  σήτα στο κοσκίνισμα,  αλλά να κοσκινίζει με συνεχείς ρυθμικές κινήσεις. Ένα  μικρό  αγόρι δίπλα, καθισμένο σε σέλα αλόγου,  κρατάει σπαθί, στις μέρες μας  μαχαίρα,  και την παρακολουθεί άγρυπνο, μην παραβεί  την εντολή. Οι άλλες κοπέλες χορεύουν γύρω από τη σκάφη και τη σέλα. Όταν τελειώσει  το ζύμωμα, ο γαμπρός βάζει μέσα στη ζύμη το δαχτυλίδι των αρραβώνων και οι παρευρισκόμενοι ρίχνουν γύρω από τη σκάφη νομίσματα. Το δαχτυλίδι το επιστρέφει στο γαμπρό η κοπέλα που ανάπιασε τα προζύμια την Παρασκευή , όταν θα αρχίσει το ζύμωμα, και ο γαμπρός θα της δώσει χρήματα ως δώρο. Στη  διάρκεια αυτής της τελετής  οι οργανοπαίκτες παίζουν και τραγουδούν   σχετικό τραγούδι: 

Του κυρ γαμπρού η μάνα ανεβαίνει , κατεβαίνει

ψηλανασκουμπωμένη. Τουν ήλιου παραγγέλνει.

Ψήσι ηλιάκι μ',  ψήσι αυτήν την εβδομάδα,

χαρά θέλου να κάμου, γαμπρόν να προυβουδίσου

νύφη θα καρτιρέσου.

Ψιλό, λιγνό τ' αλεύρι κουράσιου του ζυμώνει

μι μάνα, μι πατέρα, μ' αδέρφια κι αξαδέρφια.

Η μάνα  αυτή του κυρ γαμπρού μι τους ανέμους μάλουνιν.

Πάψτι ανέμοι  μ'   πάψιτι  ώσπου να ρθη  η Κυριακή

ν' αλλάξη η νύφη κι ου γαμπρός μι τα στουλίδια του Χριστού

μι τ' άρματα της Παναγιάς.

Όσ' άστρα είν'  στουν ουρανό κι φύλλα μεσ' στα δέντρα

Τόσα φλουράκια ξόδιψα, κουράσι μ',  για τη σένα.

 

Την Παρασκευή  το πρωί  οι γονείς της νύφης  στέλνουν τα προσκλητήρια του γάμου και το βράδυ στο σπίτι τους «αναπιάνονται τα προζύμια» και τραγουδιέται το παρακάτω τραγούδι:

«Για ιδέστε αυτόν του δέντρου

πώς τουν δέρν' αέρας , πώς τουν κυματίζει.

Έτσι δέρν' ου νους μου.

Πώς θα πάω στους ξένους, στα πιθιρικά μου».

 

Την Παρασκευή  και ο γαμπρός   κάνει τα «προσκαλέσματα» στον κουμπάρο, στο μεγάλο και στο μικρό μπράτιμο και στα μπρατιμόπκα,  στέλνοντας τους  ένα σιμίτι και δυο μπουκάλια κρασί σε καναβέτα .

Το απόγευμα της Παρασκεύης  από το σπίτι του  γαμπρού  στέλνεται  στη νύφη το Σινί (=μεγάλο χάλκινο ταψί, διαμέτρου ενός μέτρου, αβαθές,  με εγχάρακτη πλούσια  διακόσμηση)  γεμάτο με τα δώρα του για τη νύφη και τους οικείους της.  Το σινί το  κουβαλάει  στο κεφάλι του ο «υπηρέτης» και μαζί του πηγαίνουν  τα «όργανα»,  οι μουσικοί / οργανοπαίκτες. Προπορεύεται κι εδώ νέος  που κρατάει καναβέτα αλλά κι έναν καθρέφτη, δώρο του γαμπρού στη νύφη. Και η νύφη ανταποδίδει τη φιλοφρόνηση με παρόμοια χειρονομία, στέλνει με το ίδιο σινί τα δώρα της για το γαμπρό και τους δικούς του.  Και στα δυο σπίτια είναι προσκεκλημένοι συγγενείς και φίλοι, για να δουν τα δώρα και να  γλεντήσουν με χορό.

Το Σάββατο   στο σπίτι της νύφης γίνεται  το  πλέξιμό. Οι φίλες της  τη χτενίζουν κι εκείνη με αγωνία  τις παρακαλεί- μέσω του τραγουδιού που συνοδεύει την τελετουργία-  να φροντίσουν μήπως κάποιος πάρει τα μαλλιά της και της κάνει μάγια.

Το σχετικό τραγούδι:

Αργυρό μου χτένι ,  σέρν'  αγάλια αγάλια

τρίχα μη  ραΐσης, γιατ' αυτή  την τρίχα

ν' έχου αγουρασμένη  κι ξιαγουρασμένη

μ' ικατό φλουράκια.

Έλατι δικοί μου κι δικούτσικοί μου.

Τώρα μη μι μαλώσιτι. Κάτσιτι να φιλιυθήτε.

Έλατι ιδώ στουν τόπου μου, φάτι κι του ψουμί μου,

ια να σας γλέπου που κουντά. Πιέστι κι του κρασί μου.

Κοντά μου να καθήσιτι, μάστι κι τα μαλλιά μου,

μη μου τα μάσν οι ξέν'  ιδώ κι μου τα κάνουν μάια,

μάια για του κουρμάκι μου, μάια του κεφαλιού μου,

μάια που λιώνουν του κουρμί κι κρουν μεσ' στου κιφάλι.

Κι όταν τελειώσει το πλέξιμο  βγάζουν τη νύφη στην αυλή του σπιτιού.  Εκεί  έχουν τοποθετήσει ένα γκιούμι με νερό και πάνω στο στενό στόμιό του  έχουν αποθέσει ένα δίσκο μεγάλο  με μια  κουλούρα, τον «πρόπκαστο». Γύρω από αυτόν στήνεται χορός και τον σέρνουν  πρώτα η νύφη και έπειτα όλα τα κορίτσια. Κι  όταν τελειώσει ο χορός,  μια γυναίκα     σπάζει τον πρόπκαστο  στα δυο πάνω στο κεφάλι ενός αγοριού, του οποίου ζουν και οι δυο γονείς,  και στη συνέχεια  τον κόβει σε μικρά κομμάτια,  τα πασπαλίζει με ζάχαρη και τα προσφέρει σε  όλους τους παρευρισκόμενους, να τα φάνε εκείνη την ώρα, για να γλυκάνει η γλώσσα τους Τη διαδικασία αυτή με τον Πρόπκαστο την παρακολουθούμε και στο σπίτι του γαμπρού, απόγευμα Παρασκευής, όταν γυρίσουν από το Σινί.

 

Στο σπίτι του γαμπρού την ίδια μέρα, το Σάββατο, αργά το απόγευμα, οι φίλοι και συγγενείς   του  τον περιποιούνται,  τον ξυρίζουν,  τον λούζουν, παρακολουθούμε δηλ. τα «μπαρμπιρίσματα». Οι  οργανοπαίκτες  σ' αυτή την τελετή, όταν μάλιστα  αρχίσει το ξύρισμα,  παίζουν και τραγουδούν το παρακάτω  τραγούδι:

Αργυρό μ' ξυράφι σέρν,  αγάλια αγάλια

τρίχα μην ραΐσης, γιατ' αυτήν την τρίχα

ν' έχου αγουρασμένη  κι ξιαγουρασμένη

καπ' σαράντα άσπρα, καπ' σαρανταένα

κι δαχτυλίδ' διμένου  σ' ένα  χρυσό μαντήλι.

Λούζιτι τ' αρχουντόπουλο  σ' ένα χρυσό λιένι.

Η πάπια φέρνει του νιρό κι η χήνα  του σαπούνι

κι η μάνα τ' η αγλήγουρη φέρνει του πιστιμάλι.

Γαμπρέ μ' ποια μάνα σ'  έκαμιν  κι είσ' άσπρους σαν του γάλα;

Η μάνα που μι έκαμιν  χρυσή  κοιλιά φουρούσιν.

Η μάνα μ' ήταν πέρδικα κι' αφέντης μου σιαΐνι

κι του βυζί που βύζαξα σπειρί μαργαριτάρι.

 

Η Κυριακή, μέρα της Στέψης,   είναι γεμάτη  από εθιμοτυπικές εκδηλώσεις :

- Ο γαμπρός με τους μπράτιμους πρωί πρωί έρχεται  στην εκκλησία, παίρνει την ευλογία του παπά κι επιστρέφει στο σπίτι του. 

- Η νύφη   με τις  φιλενάδες της και με  τα όργανα  φέρνει στο σπίτι της από τρεις βρύσες νερό. Ένα μικρό αγόρι κουβαλάει το γκιούμι και κρατάει πετσέτα. Με  αυτό το νερό   θα πλύνουν τα χέρια οι φιλενάδες της, και έπειτα   όλες μαζί  χορεύουν στην πλατεία, πάλι γύρω από το γκιούμι, και το χορό τον σέρνει η νύφη.  Ο  σκοπός  που παίζεται από τα όργανα είναι γνωστός με το όνομα «πρώτος Σιατιστινός».   Με  το τέλος του χορού  και την επιστροφή στο σπίτι στήνεται  «σοφράς», πλούσιο γεύμα, εδώ πρόγευμα,    για τους καλεσμένους.

Το τραγούδι που ακούγεται, όταν πάνε για νερό,   είναι το εξής:

«Έλατι συντρόφισσες ια να πάμε ια νερό.

Σύρτι. Ιγώ δεν έρχουμι , γιατί μ' αρραβώνιασαν.

Ιχτές προυχτές την Κυριακή μώστειλαν προυξινητή.

Δαχτυλίδι μώδουκαν στου μικρό του δάχτυλου

πυργουτό καμαρουτό, μαλαματένιου κι αργυρό.

Σύρτι, ιγώ δεν έρχουμι ,γιατί θα στιφανουθώ». 

 

-         Οι άντρες συγγενείς της νύφης, το 1ο σόι, έρχονται στο σπίτι του γαμπρού με τα  όργανα / (τους οργανοπαίκτες)  για το «σκαλιόρζμα»,  μια σύντομη επίσκεψη, για να καλέσουν τους συμπεθέρους να πάρουν τη νύφη. 

-         Οι συγγενείς του γαμπρού  χαιρετούν  το γαμπρό και τους μπράτιμους και μαζί με τις ευχές  προσφέρουν  χρήματα ως δώρο.  Κι  όλοι αναχωρούν για το σπίτι του κουμπάρου, του  «νούνου»,  μόνο η μάνα  του γαμπρού μένει στο σπίτι, για  να δεχτεί τα προικιά, που θα φτάσουν φορτωμένα  σε δυο  άλογα ή μουλάρια, στολισμένα στα καπίστρια με μαντίλια. Καβαλάρηδες στα ζώα είναι δυο μικρά αγόρια και πολλά αντικείμενα της προίκας, μαξιλάρια κεντημένα, χαλκώματα κ.α  τα φέρνουν στο σπίτι του γαμπρού  μικρά παιδιά που συνοδεύουν κι αυτά τα άλογα με τα προικιά. 

-         Στο  σπίτι του νουνού φτάνουν  μόνο οι άντρες, οι γυναίκες μένουν παραπίσω. Τα όργανα παίζουν το «ντουμπέτι», (ειδικό σκοπό) για το νουνό,  και στη συνέχεια όλοι -εκτός από τη νούνα -φεύγουν για το σπίτι της νύφης. Προπορεύεται  ένα αγόρι,  σόι του κουμπάρου,  το οποίο κρατάει το φλάμπουρο, δηλ. μια  πήλινη κανάτα με διακόσμηση,   που στο φαρδύ στόμιό της έχει ένα πορτοκάλι ή μήλο με σουβλισμένα σ' αυτό λουλούδια.

-         Η νούνα φέρνει στην εκκλησιά  (μέσα σε πανέρι)     τα στέφανα και το ύφασμα, που κατά τη στέψη θα καρφιτσωθεί στους ώμους της νύφης και του γαμπρού.

 Και η πομπή φτάνει στο σπίτι της νύφης. Μπαίνουν μέσα, το αγόρι με το φλάμπουρο, ο νουνός, οι συμπεθεροί και ο γαμπρός.  Η νύφη δεν αντικρίζει   το  γαμπρό   κατά πρόσωπο, τον βλέπει  μέσα στον καθρέφτη που είναι τοποθετημένος σε κατάλληλη θέση, τον καθρέφτη  που ο γαμπρός   είχε στείλει με το Σινί.

Στο σπίτι  παρακολουθούμε τα παρακάτω:

- Σε ένα δωμάτιό του    γίνεται  η τελετή του αρραβώνα μπροστά στο  νουνό, τους συμπεθερούς, τους μπράτιμους και το γαμπρό: αδερφός ή πρώτος ξάδερφος της νύφης έρχεται  φέρνοντας  σε απλάδα   μια ζώνη με χρυσά κλειδώματα, δυο ποτήρια, το ένα γεμάτο με κρασί και το άλλο με νερό, και 40  άσπρα (γρόσια) και στέκεται  μπροστά στον αδερφό ή  πρώτο ξάδερφο του γαμπρού, για να τελέσουν τον αρραβώνα. Ο αδερφός ή πρωτοξάδερφος της νύφης παίρνει  το ποτήρι με το νερό και τα άσπρα και ο αδερφός ή πρωτοξάδερφος του γαμπρού το ποτήρι με το κρασί και υψώνοντας τα ποτήρια του λένε τρεις φορές: «δέξου τον αρραβώνα της...», «δέξου τον αρραβώνα του...», εύχονται «να ζήσουν, να γεράσουν» και  αλλάζουν τα δαχτυλίδια. Ο μπράτιμος με τη σειρά του θα κόψει στα δυο το σιμίτι (που το έφεραν από το σπίτι του γαμπρού μαζί με  νυφικές   παντόφλες,  βαλμένα όλα   σε απλάδα και δεμένα  σε  μπέτσκο μαντίλι).  Το μισό σιμίτι το δίνουν στο σπίτι της νύφης.

          Κατά   την τέλεση του  αρραβώνα επιχειρείται και  το «ζώσιμο του γαμπρού». Ο αδερφός ή πρωτοξάδερφος  της νύφης περνά γύρω από τη μέση του γαμπρού τη ζώνη με τα χρυσά κλειδώματα, αλλά ταυτόχρονα επιχειρεί να τον  σηκώσει. Οι μπράτιμοι συνοδοί  του γαμπρού, αγωνίζονται να το αποτρέψουν.

 Η προσπάθεια επαναλαμβάνεται τρεις φορές.

- Οι συγγενείς της νύφης  χαιρετούν το γαμπρό και οι οργανοπαίκτες παίζουν ειδικό σκοπό.

- Την ίδια ώρα στο δωμάτιο της νύφης ο μεγάλος μπράτιμος προσπαθεί να προβάρει τη δεξιά παντόφλα στο πόδι της , ενώ οι φίλες της προσπαθούν να του την πάρουν. Κι αν γίνει αυτό, ο μπράτιμος  θα  πληρώσει για να την πάρει πίσω, όπως πληρώνει και για να πάρει τη νύφη.

- Φιλοδώρημα ρίχνει  κι ο μικρός μπράτιμος στο μεταξωτό μαντήλι  που απλώνουν οι φίλες της νύφης, για να του επιτρέψουν να την πάρει  για την Εκκλησιά. Κι όταν του το επιτρέψουν, εκείνος βγάζει το μαντήλι του, για να πιαστεί από αυτό η νύφη, όχι από το χέρι του,  και να προχωρήσουν. 

- Την ώρα που η νύφη περνάει το κατώφλι του σπιτιού της η μάνα της την ξεπροβοδάει με το γνωστό τρόπο, αδειάζοντας μια κανάτα με κρασί, νερό και τρίμματα ψωμιού, «Χύνει το γκιούμι» λέει ο λαός.  Το ίδιο είχε κάνει και η μάνα του γαμπρού, όταν αυτός και η συνοδεία του έφευγαν από το σπίτι. Ο  γαμπρός ρίχνει στη νύφη τρεις φορές κουφέτα ανακατωμένα με χρήματα, φιλάει τα κορίτσια που συνοδεύουν τη νύφη και τους δίνει φιλοδώρημα  και  αναχωρούν για την Εκκλησία με ορισμένη τάξη:    

Μπροστά πάει το αγόρι με το φλάμπουρο,  λίγο πιο πίσω οι οργανοπαίχτες του γαμπρού παίζοντας χαρούμενα κομμάτια. Ακολουθούν ο πατέρας του γαμπρού  συνοδευμένος από το νούνο , οι άνδρες συγγενείς του γαμπρού, ο γαμπρός και έπειτα οι γυναίκες τους.

 Σε μικρή απόσταση  ακολουθεί η συνοδεία της νύφης και πρώτα οι οργανοπαίχτες της,  που παίζουν το «αφήνω γεια στο μαχαλά...»,  έπειτα η νύφη με το μπράτιμο,  οι γυναίκες συγγενείς της νύφης και τέλος οι άνδρες τους. 

Και φτάνουν στην Εκκλησία.

-         Στην πόρτα της Εκκλησιάς  η μάνα του γαμπρού με δυο  μπρατιμόπκα  περιμένει τη νύφη, η οποία φτάνοντας της φιλάει το χέρι.  Η πεθερά  ανταποδίδει με φίλημα στο μάγουλο.  Τότε θα ακούσουμε το χαμηλόφωνο υπαινικτικό διάλογο πεθεράς και νύφης: - «έχς,νύφ', τα κουρτέλια σ' ;» - «τάχου».  Η  πεθερά προσφέρει στη νύφη  δυο μήλα κι αυτή τα  δίνει στα μπρατιμόπκα και μπαίνει στην εκκλησία.

      Κι ακολουθεί η  Στέψη.

-         Μετά τη στέψη η γαμήλια πομπή κατευθύνεται στο σπίτι του γαμπρού.  Στην εξώπορτα  του σπιτιού τούς περιμένει η πεθερά, η οποία τους δίνει    από ένα μπρίκι με νερό να το κρατούν στα χέρια κι αυτή κρατάει δυο «πισνίκια» (καρβέλια ψωμί) ), τα ακουμπάει στα κεφάλια τους κι όλοι μαζί και σιγά σιγά  πηγαίνουν προς το εσωτερικό του σπιτιού,   η πεθερά πισοπατώντας και οι νεόνυμφοι με βήματα μπρος.  Τα όργανα την ώρα εκείνη παίζουν και ο κόσμος τραγουδάει  το παρακάτω τραγούδι:

«Έβγα μάνα μ' κι πιθιρά

να διχτής τα νιόγαμπρα

πώρχουντι καμαρουτά

σαν αητός μι πέρδικα.

Έμπα, έμπα πιρδικούλα μ'

Μέσ'  στ' αητού το σπίτι,

πάντ' αυτού φωλιά να στήσης

δικουχτώ πουλιά να βγάλης

κι όλα αρσενικά να γίνουν».

 

- Και έρχεται η ώρα  να προμαντεύσουν :  Ενώ  η νύφη έχει μπει στο σπίτι, κάποιος συγγενής πετάει στη   στέγη ενός χαμηλού κτίσματος     το πανέρι  με το οποίο  η νούνα είχε μεταφέρει στην εκκλησία  τα στέφανα και το ύφασμα. Αν το πανέρι σταθεί στη βάση του, το παιδί  που θα γεννήσει η νύφη  θα είναι αγόρι, αν σταθεί ανάποδα, θα είναι κορίτσι.

-         Μέσα στο   σπίτι του γαμπρού στήνεται για τους καλεσμένους πλούσιο γεύμα,  «σοφράς»,  όπου το γενικό πρόσταγμα έχει ο νουνός  και την περιποίηση αναλαμβάνουν οι μπράτιμοι, ζωσμένοι με άσπρη ποδιά.

-         Γαμπρός  και νύφη  οδηγούνται στο κελάρι και, καθισμένοι πάνω σε ένα σεντούκι, προσπαθούν με το  στόμα να πάρουν ο ένας από τον άλλο το λουκούμι που τους έχουν ακουμπήσει πάνω στα γόνατά τους.

-         Και μετά το γεύμα σειρά έχει το τραγούδι και το φιλοδώρημα αυτού  που προπορεύονταν με το φλάμπουρο. Οι καλεσμένοι ρίχνουν στην κανάτα που χρησιμοποιήθηκε για το φλάμπουρο  το φιλοδώρημά τους και τραγουδούν:

«Εδώ σε τούτουν του σουφρά,

σι τούτου του τραπέζι

τρεις μαυρουμάτις μας κιρνούν

κι  τρεις καλές κουπέλις.

Η μια κιρνάει μι σταμνί

κι η άλλη μι την κούπα

κι η τρίτη η μικρότιρη

μι μαστραπά ασημένιουν.

Κέρνα μας κόρη μ' κέρνα μας,

κέρνα ώσπου να φέξη,

ώσπου να βγη ου Αυγερινός

να πάη η Πούλια γιόμα».

 

 

-         Σειρά έχουν «οι ζτράφτσες»   από τους οργανοπαίκτες που μπαίνουν μέσα στο σπίτι. Παίζει  κυρίως το κλαρίνο, αφού τα άλλα όργανα κρατούν το ίσο, κι επομένως είναι  μια επίδειξη δεξιοτεχνίας του κλαρινίστα. Παίζουν για τον καθένα χωριστά, πρώτα για το νουνό, και ο τιμώμενος εύχεται στους νεόνυμφους και φιλοδωρεί τους οργανοπαίκτες.

-         Ακολουθεί  ο «Τρανός χορός» στην Πλατεία,  χορός κυκλικός αργός με απλά   βήματα : 1. το αριστερό πόδι μεγάλο βήμα προς τη φορά του χορού, 2. το δεξί πόδι έρχεται κοντά στο αριστερό, 3. το αριστερό πόδι μετακινείται επί τόπου και ταυτόχρονα το κορμί στρέφεται προς το κέντρο του κύκλου 4. το δεξί πόδι έρχεται πίσω 5. το αριστερό πόδι έρχεται πίσω δίπλα στο δεξί 6.το δεξί πόδι έρχεται σε διάσταση (από το βιβλίο του Ναούμ  Δημόλα, «Η ζωή στη Σιάτιστα»). Οι άντρες έχουν τα  χέρια πιασμένα από τις παλάμες  και κρεμασμένα προς τα κάτω. Οι γυναίκες πιάνονται αγκαζέ το ίδιο και η νύφη από το γαμπρό.  Και στον τρανό χορό  η τάξη με την οποία πιάνονται όσοι  χορεύουν είναι αυστηρά καθορισμένη.  Πρώτος «σέρνει»  το χορό ο κουμπάρος ακολουθεί ο πεθερός (πατέρας του γαμπρού)

    (συνήθως ο κουμπάρος αφήνει το γηραιότερό του πατέρα του γαμπρού να ηγείται του χορού) .    Ακολουθεί ο συμπέθερος και μετά οι άνδρες συγγενείς του γαμπρού και της νύφης ανάλογα με την ηλικία τους και το βαθμό συγγένειας με το ζευγάρι. Τελευταίοι στους άνδρες πιάνονται οι μπράτιμοι, πουφορούν τις ποδιές με τα μεταξωτά σχέδια (πατήματα) στον αργαλειό και τη φαρδιά δαντέλα για τελείωμα. Ακολουθεί ο γαμπρός  η νύφη  τη νύφη, η νουνά και στη σειρά όλες οι γυναίκες προσκεκλημένες από την οικογένεια του γαμπρού και της νύφης. Κλείνει το χορό η κουνιάδα, αδελφή του γαμπρού .

Χορεύουν  και τραγουδούν τρεις γύρους και ο τρανός χορός τελειώνει.

Οι στίχοι του τραγουδιού:

Για τ' ισένα κυρά νύφη πέντι κάστρα πουλιμούσαν.

Κι άλλα πέντι μάλουναν για τα δυο σου μαύρα μάτια,

για του μιρτζιανό σου χείλου κι τουν άσπρου σου λιμό.

Μωρή κουντή, κουντή συρματιρή, κουντή σιρματιρένια

να ρθης  στην πόρτα μου, να ρθης κι στ' αργαστήρι.

Έχου δυο λόγια να  σου πω κι δυο να σου μιλήσου.

Κι άι πώς να  πω τη μάνα μου κι πώς να τη γιλάσου.

Μάνα μ' νιρό ,  νιρό  δεν έχουμι. Κι αν δε  ναι, σύρε πάρε.

Κι αρπάζει του χρυσό σταμνί, στη βρύση για να πάη.

Εκεί βρίσκ' του γιαρέντη της στην πλάκα που κοιμόταν.

Να τουν ξυπνήση ντρέπιτι, να του μιλήση φουβάτι.

Ξύπνα γιαρέντι μ' απ' αυτού κι μη βαρειά κοιμάσι.

Στου Αϊθανάση  την αυλή βάλαν οι Αρβανίτις τη βουλή

μεσ' στη Σιάτιστα να πάνουν, τρεις αρχόντισσες να πάρουν,

τη Γεράνεια να πατήσουν κι άρχουντα να μην αφίσουν.

Π' του Γριβινό ξικίνησαν κι στου γιουφύρ' σταμάτσαν.

Έστησαν χρυσό τζαντήρι μεσ΄ στην άκρα π' του γιουφύρι.

Θα γυρίσουν λαβουμένοι. Δεν του ξέρουν οι καημένοι.  

 

-         Μετά  τους τρεις γύρους του μεγάλου χορού   αρχίζει ο μικρός χορός  με λιγότερους συμμετέχοντες. Σ' αυτόν εκτός από τη νύφη, που χορεύει το νυφιάτικο, το γαμπρό, που  συνήθως χορεύει  έναν καλαματιανό , το νουνό  που χορεύει  τσάμικο, και τη νουνά,  τώρα χορεύει και η πεθερά (η μάνα του γαμπρού), που δεν ήταν πιασμένη στον τρανό χορό. Μαζί με τη συμπεθέρα  στέκονταν και καμάρωναν τα νιόπαντρα παιδιά τους και όλους τους προσκεκλημένους που τους τίμησαν με την παρουσία τους στη «χαρά» των παιδιών τους .

Ο πεθεριάτικος χορός είναι βαρύς, η πεθερά τον χορεύει με πολύ καμάρι και λεβεντιά, ενώ συγχρόνως δείχνει και το ρόλο που αναλαμβάνει δίπλα στα νεαρά νιόπαντρα παιδιά .

Το μικρό χορό  τον επιζητούν και οι οργανοπαίχτες, γιατί δέχονται πολλά χρηματικά φιλοδωρήματα από τον κόσμο.

 

-         Μετά το μικρό χορό οι  καλεσμένοι  γυρίζουν στα σπίτια του γαμπρού ή της νύφης (ανάλογα με την πρόσκληση που είχαν) και συνεχίζουν το γλέντι ως τα χαράματα.

-         Τα ξημερώματα στο σπίτι του γαμπρού οι μπράτιμοι στρώνουν το νυφικό κρεβάτι και το παραδίνουν κι απομακρύνονται μόνο αφού τους φιλοδωρήσει γερά ο γαμπρός.  

 

Δευτέρα πρωί  η «πηρήτρα», η αρχιμαγείρισσα του γάμου,   στέλνεται από τη μάνα του γαμπρού στη μάνα της  νύφης, για να φέρει τα σημάδια της παρθενιάς  της κόρης της.

Αργότερα έρχονται μικρά παιδιά, σταλμένα από τη μάνα της νύφης για να της φέρουν τα χαιρετίσματα. Η  νύφη τους προσφέρει κουφέτα και χρήματα.

Μετά το μεσημέρι   συγγενικά και φιλικά πρόσωπα της νύφης έρχονται από το πατρικό της, για να την συνοδέψουν στο «πηγάδι». Στη  «μεσιά» όμως τους περιμένει το «κρέμασμα». Οι μπράτιμοι έχουν περάσει ένα σχοινί από το δοκάρι της πόρτας και κρεμούν κάθε έναν   που περνάει και τον ξεκρεμούν  μόνο αν τάξει κάτι γλυκό. Τα γλυκά που μαζεύουν  είναι γνωστά  ως «κρεμάσματα».  Στη συνέχεια  η παρέα  έρχεται  στο  «πηγάδι». Προπορεύονται  δυο αγόρια που κρατούν ιμπρίκια και πετσέτες. Ή νύφη προσκυνάει το πηγάδι τρεις φορές και την τρίτη  του ρίχνει χρυσό φλουρί που το κρατούσε με τα χείλια της, βγάζει με τον κουβά  νερό,  γεμίζει τα ιμπρίκια και  τα φέρνει  στο σπίτι να πλυθεί ο άντρας της. Κι  εκείνος, αφού πλυθεί,    αφήνει να πέσει στην ποδιά της ένα  χρυσό νόμισμα. Και η μέρα τελειώνει με   χορό, το  δευτεριάτικο,  στην πλατεία και γλέντι στο σπίτι του γαμπρού.

Την Τρίτη  από τους γονείς της νύφης γίνεται προς τους νιόπαντρους  επίσημη πρόσκληση, με γλυκά και καναβέτα,  κι εκείνοι την αποδέχονται  και το βράδυ έρχονται,  επιστρέφουν, στο σπίτι της νύφης με τα όργανα,  πραγματοποιούν      δηλ. τα     «Πστρόφια» και ακολουθεί γλέντι.

Σχετικό τραγούδι:

Μια χαραή Παρασκευή κι ένα Σαββάτο βράδυ,

όλοι οι δικοί μου μ' έδιωχναν  κι όλοι μου λέγαν φεύγα,

ως κι η καλή η μάνα μου κι αυτή μου λέει φεύγα.

Φεύγου  η μαύρη μ' κλαίουντας κι όλου παραπουνιώντας

κι παίρνου του στρατί στρατί, στρατί του μουνουπάτι.

Βρίσκου ουμπρός μ' ένα δεντρί ίσιου ως την κουρφή του,

σκύψι του λέου, δεντράκι μου, θέλου να σι ρουτήσου.

Πού ν' ακουμπήσω να σταθώ, το πού να μείνου βράδυ.

Λυγάει του δέντρου του κουρμί, λυγάει κι την κουρφή του

κι τότι μ' απουκρένιτι. Θα μείνου στου σκουτάδι.

 

Την Τετάρτη το μεσημέρι  η νύφη  πηγαίνει στην πεθερά της,  όπου θα δείξει την τέχνη της στο πλάσιμο της πίτας,  και επιστρέφει στο πατρικό της, όπου θα μείνει με τον άντρα της ως την Παρασκευή το μεσημέρι.

Η τελευταία  εθιμοτυπική πράξη από πλευράς νεόνυμφων είναι τα «γεμίσια» (ιμίσια). Απόγευμα Παρασκευής   συνοδευόμενοι  από συγγενείς επισκέπτονται  συγγενικά σπίτια της νύφης και την Κυριακή του γαμπρού. Τα κεράσματα στα γεμίσια είναι ζαχαρωτά, μια μπομπονιέρα με κουφέτα  και όλα   μαζεύονται σε μπέτσικο μαντίλι. Κι όταν τελειώσουν οι επισκέψεις,  έρχονται στο σπίτι του γαμπρού, όπου οι μπράτιμοι θα τους κεράσουν τα «κρεμασμένα»,   τα γλυκά δηλαδή  που μάζεψαν στα «κρεμάσματα».

Οι καλεσμένοι στο γάμο με τη λήξη όλων των εκδηλώσεων  θα στείλουν στο νιόπαντρο ζευγάρι  τις ευχές και το «κανίσκι»  τους, το δώρο τους δηλαδή.

 

Θα πρέπει  τελειώνοντας να σημειώσουμε:

 Πως όλα τα παραπάνω γίνονται υπό τους ήχους των μουσικών οργάνων, που έχουν μισθωθεί και από τις δυο οικογένειες χωριστά, και ότι τα φιλοδωρήματα προς τους οργανοπαίκτες  είναι πλούσια.

Πως τα παιδιά που χρησιμοποιούνται στις διάφορες τελετουργίες και ως προπομποί με φλάμπουρο πρέπει να έχουν «εν ζωή» και τους δυο γονείς τους.

Πως ο μεγάλος μπράτιμος είναι παντρεμένος κι ο  μικρός ανύπαντρος,1ος ξάδελφος του γαμπρού.

Πως υπάρχουν παραλλαγές των τραγουδιών του γάμου, όπως συμβαίνει και με όλα τα δημοτικά τραγούδια.  Εμείς  εδώ παραθέσαμε  τη μορφή που μας παραδίδει στο βιβλίο του Λαογραφικά  Σιατίστης ο Δ. Παπαναούμ.

 Πως και σήμερα στους γάμους μας ακολουθούνται τα περισσότερα από τα έθιμα που περιγράψαμε, φυσικά  με τις  μεταβολές, που οι καιροί επιβάλλουν,  και είναι πολλές. Παράδειγμα: καινούρια τραγούδια προστέθηκαν στο ρεπερτόριο των μουσικών, παλιά ξεχάστηκαν, η προίκα  έχει άλλους δρόμους και τρόπους αποστολής και ο χρόνος του γλεντιού περιορίστηκε, αλλά και ο τρόπος άλλαξε, τα νάχτια και τα μαζιά έχουν πάρει άλλη μορφή  και κάποια άλλα έχουν εντελώς ξεχαστεί.

 

 Στην  καταγραφή  και την περιληπτική απόδοση   των εθίμων του γάμου στη Σιάτιστα συναντήσαμε πληροφορίες ελαφρά διαφορετικές. Υιοθετήσαμε την άποψη που κι εμείς ζήσαμε και γνωρίσαμε. Θα ήταν καλό, αν κάποτε συγκεντρώνονταν πληροφορίες για τα έθιμα του γάμου όπως ήταν, όπως είναι, για να έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα, να διαπιστώσουμε  αλλά και να μελετήσουμε τη μεταβολή που ο χρόνος και οι ανάγκες φέρνουν.

Είναι  βέβαιο πως ο γάμος  φέρνει   δυσκολίες,  κύρια οικονομικές, σ' εκείνον που  παντρεύει  παιδί. Ο λαός λέει: "όποιος δεν πάντρεψε κορίτσι και δεν έχτισε σπίτι δεν ξέρει από κόσμο".  Είναι όμως επίσης βέβαιο πως ο γάμος είναι πάντα Χαρά, και ο παραδοσιακός γάμος ήταν και είναι γλέντι και χαρά με διάρκεια, είναι γλέντι που απλωνόταν σε όλη την πόλη, που ένωνε τους ανθρώπους.

 

                             Για την περίληψη: Θ. Ζωγράφου -Βώρου

 

επιστροφή