Αμπελουργία

 

 

Του ξυσταρ-ξυσνταρ (ξυστάρι)

Ξύλινο εργαλείο που χρησιμοποιείται στην αμπελουργία κατά το φύτεμα των κλημάτων  . Ο αμπελουργός αφού ανοίξει την τρύπα με λοστό, ρίχνει στη βάση της  λίγο  νερό και άμμο , για  να κρατήσει υγρασία, και χώνει στη συνέχεια τη ρίζα και ένα τμήμα του κορμού του κλήματος . Μετά βουλώνει σιγά σιγά την τρύπα ως εξής : ρίχνει κατά διαστήματα γύρω από το κλήμα καθαρό ( χωρίς πετραδάκια ) χώμα, είτε «ξινόχουμα» ( ξενόχωμα: ξένο χώμα, χώμα φερμένο από αλλού), είτε παρμένο από καλό- με καλό χώμα- μέρος  τ΄αμπελιού,    και το πατάει (συμπιέζει)  με  το ξυσνταρ, για να μη μείνει  αφράτο και μπαίνοντας ο αέρας  το στεγνώσει και ξεράνει και το φυτό. Το ξυσνταρ είναι ραβδί συνήθως από κρανιά , για  να είναι ανθεκτικό, ξυ(σ)μένο  με μαχαίρι ή παλιουρουκόπου-παλιαρουκόπου  (παλιουροκόπο), με το κάτω άκρο του , που χρησιμοποιείται  για το πάτημα ( συμπίεση ) του χώματος , λεπτότερο όχι όμως αιχμηρό αλλά στρογγυλευμένο ,  για να "πατιέται" και "σφίγγει" μ' αυτό το χώμα, αλλά και να μη πληγώνεται το φυτό.

 

Ετυμολογία της λέξης

Ξυσταρ  με μερική αποσιώπηση  του πρώτου φθόγγου "ι", όπως ξυστρί- ξυστρι  , και πλήρη αποσιώπηση του καταληκτικού, όπως λητάρι- ληταρ , και παράλληλο μονοσυλλαβισμό <ξυστάρι κατά την εξελικτική τροπή των αρχαίων ουδετέρων με κατάληξη "-ιον" σε "-ιν" το Μεσαίωνα και μετέπειτα σε "ι"¨< ξυστάριν < ξυστάριον , υποκοριστικό < αρχαίο ξυστόν ( = το ξυσμένο ξύλινο στέλεχος του δόρατος ή του ακοντίου), όπως κοντάρι < μεσαιωνικό κοντάριν< μεταγενέστερο - ελληνιστικό κοντάριον , υποκοριστικό <αρχαίο ουσιαστικό κοντός .

Κατά την προφορά της λέξης  ξυσταρ ο οδοντικός φθόγγος "τ" (του) παίρνει την ηχητική χροιά  του "d" ( du : γράφεται με το άρρινο συμφωνικό δίψηφο "ντ" ) ˙ γι αυτό  η λέξη γράφεται και ξυσνταρ. Το "σ" εδώ προφέρεται ως "ζ" , όπως και στο σιατιστινό τοπωνύμιο - φράση " Στ' Νταβέλη  του λημέρ" που προφερόμενο ακούγεται "Ζτ' Νταβέλη του λημέρ").

Πελεκώντας (ξύνοντας) το ξυσνταρ (ξυστάρι) με τον παλιουροκόπο

νοιγμα της τρύπας με το  λοστό

 Προσθήκη  λίγου   άμμου και νερού   για υγρασία

Πάτημα (συμπίεση) του χώματος   με  το ξυσνταρ

(Απόσπασμα από σχετικό άρθρο του κ. Ελευθέριου Κουφογιάννη, φιλόλογου, διευθυντή του Ενιαίου Λυκείου Σιάτιστας http://www.siatistanews.gr\etymologika\etymologika2.html  )

 

επιστροφή