Ιερός Ναός προς τιμήν του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου

 

Ο σημερινός Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Δημητρίου είναι ο τρίτος ναός που κτίζεται στην ίδια θέση. Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες ο πρώτος ναός κτίστηκε το 1647[1] και, επειδή ήταν πολύ μικρός, κατεδαφίστηκε το 1801, για να ανοικοδομηθεί στην ίδια θέση, μετά από έκδοση σχετικής άδειας από τον Αλή Πασά[2], ένας μεγαλύτερος και μεγαλοπρεπέστερος ναός[3]. Ο μεγαλοπρεπής αυτός ναός κάηκε στις 13 Ιουλίου του 1910. Οι Σιατιστινοί με αυτοθυσία κατόρθωσαν να γλυτώσουν το είκοσι πέντε μέτρων ψηλό καμπαναριό, το οποίο βρίσκεται βόρεια του ναού, κατασκευάστηκε το 1856 και είναι έργο του Ζουπανιώτη αρχιτέκτονα Αποστόλη[4]. Από το ναό απόμειναν μόνο δύο μαρμάρινες πλάκες, οι οποίες μας δίνουν πληροφορίες για τον προηγούμενο ναό[5]. Το μεγάλο πλήγμα της Σιάτιστας, η οποία βρέθηκε χωρίς καθεδρικό ναό, δεν πτόησε τους χριστιανούς. Από την επόμενη κιόλας ημέρα ξεκίνησαν τις ενέργειες για να αποκτήσουν ναό αντάξιο του προηγούμενου. Την εκπόνηση των σχεδίων του νέου ναού ανέθεσαν στο γερμανοσπουδαγμένο αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο, γιο του σιατιστινού δασκάλου Αθανάσιου Ζάχου. Ο Αριστοτέλης Ζάχος σχεδίασε ένα έργο το οποίο αποτελεί στοχαστική δεξιοτεχνική σύνθεση στοιχείων εμπνευσμένων από την παλαιοχριστιανική ναοδομία και τη ρομαντική /λομβαρδική αρχιτεκτονική, που αντλεί στοιχεία από τη βυζαντινή Ραβέννα. Μαζί με τον περίπου σύγχρονο ναΐσκο του Αγίου Αθανασίου Χριστιανουπόλεως στη Γορτυνία (1910-11) θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προοίμιο της μεταρρύθμισης της ελληνικής ναοδομίας από τον αρχιτέκτονα[6]. Ο ναός, όπως τον συνέλαβε ο Ζάχος, ήταν σταυροειδής τρίκλιτη βασιλική με τετραγωνικής κάτοψης πύργο, αντί τρούλου, στη διασταύρωση του κεντρικού και του εγκάρσιου κλίτους που ήταν υπερυψωμένα και είχαν αετωματικές απολήξεις στις όψεις τους[7]. Ο ναός θεμελιώθηκε στις 5 Αυγούστου του 1912. Η παραμονή του Ζάχου στην περιοχή για τη θεμελίωση του ναού σημαδεύτηκε από μια περιπέτεια, την οποία αποκαλύπτει ο ίδιος ο αρχιτέκτονας σε γράμμα του προς το δάσκαλό του J..Durm[8]. Φυλακίστηκε από το Οθωμανικό καθεστώς με την κατηγορία της κατασκοπίας και σώθηκε χάρη στην παρέμβαση του Γερμανού πρέσβη της Κωνσταντινούπολης, την οποία προκάλεσε το ενδιαφέρον της βασίλισσας Σοφίας για το γερμανοσπουδαγμένο αρχιτέκτονα. Το γεγονός αυτό και η γερμανική του αρχιτεκτονική παιδεία θα τον οδηγήσουν μοιραία σε ένα από τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα της πολιτικής και της πολιτιστικής ζωής του τόπου, τη φιλογερμανική και φιλοβασιλική παράταξη, και θα γευτεί τις πίκρες του Εθνικού Διχασμού[9]. Η ένταξη του αρχιτέκτονα στο στρατόπεδο αυτό, εκτός από τις συνέπειες που είχε στην καριέρα του αρχιτέκτονα, είχε και αντανακλάσεις στη διαμόρφωση του αρχιτεκτονικού τοπίου της Ελλάδας και ειδικά της  Θεσσαλονίκης, αφού πολλές πρωτοποριακές προτάσεις του αρχιτέκτονα δεν υλοποιήθηκαν.

Οι εργασίες στο ναό εκτελέστηκαν σταδιακά, καθώς δύο μήνες μετά τη θεμελίωση του ναού εξερράγη ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος και ακολούθησαν η επανάσταση της Σιάτιστας κατά του Τούρκου κατακτητή στις 12 Οκτωβρίου 1912 και η ιστορική μάχη της 4ης Νοεμβρίου, γεγονότα που δεν άφηναν περιθώρια για οικοδομικές εργασίες. Οι προετοιμασίες για την επανέναρξη των εργασιών άρχισαν την άνοιξη του 1913[10]. Για την ανοικοδόμηση του ναού οι Σιατιστινοί από όλα τα μέρη του κόσμου συνέδραμαν ποικιλοτρόπως. Δυστυχώς τα σχέδια του αρχιτέκτονα δεν ακολουθούνταν πιστά, είτε λόγω έλλειψης εμπειρίας των τεχνιτών που εκτέλεσαν το έργο, είτε λόγω του κόστους που απαιτούσαν, γεγονός το οποίο πίκραινε τον αρχιτέκτονα. Ο αρχιτέκτονας με τις ικανότητες τις οποίες διέθετε κατόρθωσε να δέσει αριστοτεχνικά το κωδωνοστάσιο, το οποίο είχε γλυτώσει από την πυρκαγιά του 1910, με το ναό κατασκευάζοντας περίστωο, το οποίο έδωσε στο σύνολο μορφολογική ποικιλία και χάρη. Επίσης κατόρθωσε να συνθέσει αριστοτεχνικά τμήματα ξυλόγλυπτων τέμπλων παλιών ναών, για να κατασκευάσει το τέμπλο του νέου ναού[11]. Σε ένα από τα τμήματα αυτά του τέμπλου αναγράφεται η χρονολογία 1778, η οποία προφανώς είναι η χρονολογία κατασκευής αυτού του τμήματος του τέμπλου, ενώ ο Δρ. Ν. Σιώκης κατόρθωσε να διαβάσει το αναγραφόμενο όνομα του ξυλογλύπτη, του «μάστορα Μανόλη». Το τέμπλο συμπληρώθηκε με εικόνες που φιλοτεχνήθηκαν το 1917 στο Άγιο Όρος, έργα «Χριστόδουλου Ματθαίου εκ Ναούσης». Τη δαπάνη ανέλαβε ο μητροπολίτης Δεβρών και Βελεσσών Παρθένιος Γκόλιας, επίσης με καταγωγή από τη Σιάτιστα, καθώς και άλλοι Σιατιστείς[12]. Ο δεσποτικός θρόνος και τα δύο προσκυνητάρια, επίσης έργα ξυλογλυπτικής τέχνης, πιθανότατα μεταφέρθηκαν εδώ από τους ναούς Προφήτη Ηλία και Αγίου Γεωργίου, ενώ τον άμβωνα κατασκεύασαν τότε οι Σιατιστινοί Παύλος Ταχμιντζής με το γιο του Δημήτριο με τόση επιμέλεια και δεξιοτεχνία, που απέσπασαν τα συγχαρητήρια του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου[13]. Δεκάξι χρόνια μετά τη θεμελίωση του ναού, στις 9 Σεπτεμβρίου το 1928 έγιναν τα μεγαλοπρεπή εγκαίνιά του. Από την παραμονή των εγκαινίων και μέχρι το μεσημέρι της άλλης ημέρας η Σιάτιστα είχε κατακλυσθεί από προσκυνητές, μεταξύ των οποίων και πολλοί Σιατιστινοί ξενιτεμένοι. Οι εκπαιδευτικοί, οι φοιτητές και οι μαθητές συνεργάστηκαν και έδωσαν θεατρική παράσταση και μουσική συναυλία με πλήρη επιτυχία[14]. Το 1935 κατασκευάστηκε το παρεκκλήσι της Παναγίας σε σχέδια πάλι του αρχιτέκτονα Ζάχου. Όμως ο κυρίως ναός ήταν ακόμα ελλιπής, χωρίς τον τετραγωνικό πύργο στο κέντρο του. Στη θέση αυτή κατασκευάστηκε πολύ αργότερα, το 1955, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Γ. Νομικού, όχι ο προβλεπόμενος τετραγωνικός πύργος, αλλά οκταγωνικός τρούλος. Ο ναός με τον βυζαντινό τρούλο του απέκτησε άλλη μορφή, επιβλητικότερος και μεγαλοπρεπέστερος. Αν εφαρμοζόταν το αρχικό σχέδιο του Ζάχου και στον τρούλο και σ’ άλλα σημεία που έγιναν παρεκκλίσεις, ο ναός θα ήταν περισσότερο αριστουργηματικός, μνημείο αρχιτεκτονικής[15]. Το 2012 ο ναός γιόρτασε την εκατονταετηρίδα στον εορτασμό της οποίας παρέστη ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος.

 

 (από το οικογενειακό αρχείο της κ. Περιστέρας Μπόντα)



[1]Η πληροφορία προκύπτει από σημείωση του Μητροπολίτη Σισανίου Νεόφυτου (1792-1811) στη σελίδα 289 του Κώδικα Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, βλ. Νικολάου Πανταζόπουλου, Κώδιξ Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης ιζ΄-ιθ΄ αι., Θεσσαλονίκη 1974, σελ.140.

[2]Η άδεια σύμφωνα με τον Φίλιππο Ζυγούρη, Ιστορικά σημειώματα περί Σιατίστης και λαογραφικά αυτής, σελ.176, σωζόταν στα αρχεία της εκκλησίας και είχε ως εξής: «Εγώ ο Αλή πασιάς, έδωκα το μπουγιουρντί μου των Σιατιστινών ότι μαντάμ όπου η εκκλησιά τους αηδημήτρης εγκρημίστηκεν τους έδωκα το εζίνι μου να την φκιάσουν και κανένας μαντές να μη τους γείνη ζωρέ κατάρ εξάπαντος·και δια τούτο τους εδόθη το παρόν μου μπουγιουρντί εξ αποφάσεως 1801 Ιουλίου 17 .

[3]Νικολάου Πανταζόπουλου, Κώδιξ Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης ιζ΄-ιθ΄ αι., σελ.140.

[4] Ιωάννου Αποστόλου, Ιστορία της Σιατίστης, σελ. 124.

[5]Οι πλάκες είχαν εντοιχιστεί δεξιά και αριστερά της θύρας που ανοίχτηκε στη δυτική πλευρά του ναού, όταν αυτός ανακαινίστηκε το 1881, επί Μητροπολίτου Αγαθαγγέλου Στεφανάκη. Οι πλάκες δεν εντοιχίστηκαν στο νέο ναό, αλλά τοποθετήθηκαν στον τοίχο της σκάλας και με τα χρόνια είχαν χαθεί. Σύμφωνα με τον Α. Δάρδα, Ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Δημητρίου Σιατίστης, Σιάτιστα 2012, σελ.20, ανευρέθηκαν πρόσφατα, με φθορές βέβαια, στο κωδωνοστάσιο του ναού από τον αρχιμανδρίτη Στέφανο Λαμπρόπουλο. Στις πλάκες αυτές υπάρχει ελεγείο που έγραψε ο Αναστάσιος Μέγας και το οποίο διασώζει ο Φίλιππος Ζυγούρης στο βιβλίο Ιστορικά σημειώματα περί Σιατίστης και λαογραφικά αυτής, σελ.184.Το περιεχόμενο του επιγράμματος σε ελεύθερη απόδοση έχει ως εξής: «Αυτή η βασιλική Πύλη του ιερού ναού και ο ωραίος γυναικωνίτης και ο λαμπρός τρούλος κατασκευάστηκαν τώρα με τον ακάματο ζήλο του αρχιερέως Σισανίου, του Αγαθάγγελου, ξεχωριστού ιερέως του Υψίστου και φίλου των λαμπρών μουσών, και με τη μεγαλόψυχη βοήθεια των ευσεβών πολιτών, όταν των ναών του Υψίστου έντιμοι έφοροι ήταν ο Κων/νος Χατζηιωάννης, ο Δημήτριος Τσαρλαμάνης και ο Δημήτριος Τσιρλιγκάνης, κατά μήνα Μάιο του 1881».

[6]Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ, Αριστοτέλης Ζάχος & Josef Durm, Η αλληλογραφία ενός πρωτοπόρου αρχιτέκτονα με τον μέντορά του 1905-1914, σελ.299.

[7]ό.π σελ.299.

[8]ό.π σελ. 295.

[9]ό.π σελ.45.

[10]Α.Δάρδα, Ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Δημητρίου Σιάτιστας, Σιάτιστα 1995, σελ.119.

[11]Υπάρχει πληροφορία ότι το τέμπλο του παρακείμενου παλιού παρεκκλησίου της Ζωοδόχου Πηγής (Παναγίας) που κατεδαφίστηκε, τοποθετήθηκε στο ναό του Αγίου Δημητρίου και ότι και άλλα μέρη του τέμπλου προέρχονται από άλλους ναούς της Σιάτιστας, ό.π., σελ.140-141.

[12]Εκτός από τον Παρθένιο που ανέλαβε την δαπάνη των περισσοτέρων εικόνων, συνέδραμαν οικονομικά και οι Αθ. Σερέφας, Κ. Χοντροδήμος και Δ. Γκερεχτές, ενώ πιθανότατα την εικόνα του Αγίου Ιερόθεου δώρισε ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Ιερόθεος, ό.π., σελ.143.

[13] ό.π., σελ.142.

[14]Εφημερίδα Κοζάνης ΒΟΡΕΙΟΣ ΕΛΛΑΣ, Κυριακή, 16 Σεπτεμβρίου 1928.

[15]Α.Δάρδα, Ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Δημητρίου Σιάτιστας, Σιάτιστα 1995, σελ.188.

ΠΗΓΗ

Καλλιόπης Μπόντα-Ντουμανάκη, Από την Πολιτιστική Κληρονομιά της Σιάτιστας: ΙΙ. Εκκλησίες-Αρχοντικά-Δημόσια κτήρια.

 

Σημείωση

Στη Βόρεια πλευρά του ναού του Αγίου Δημητρίου είναι προσκολλημένος μικρός ναός βυζαντινού ρυθμού, σταυροειδής μετά τρούλου, προς τιμήν της Ζωοδόχου Πηγής, σημειώνει ο παπα-Νικόλαος Α. Δάρδας στο βιβλίο του ΙΕΡΟΙ ΝΑΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ.

Ο Φ. Ζυγούρης αναφέρει το ναό αυτό ως «Ναό της Παναγίας» όπως και είναι γνωστός στους περισσότερους Σιατιστινούς.

Αικ. Ζωγράφου