|
|
|
Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
Τραμπαντζείου Γυμνασίου Σιάτιστας
Η αμπελοκαλλιέργεια στη Σιάτιστα
Υπεύθυνη Προγράμματος: Χατζηζήση
Αλεξάνδρα ,Καθηγήτρια Φυσικής αγωγής
Ομάδα εργασίας:
Στην εργασία συμμετείχαν οι μαθητές της Β' και Γ΄ τάξης του
Τραμπάντζειου Γυμνάσιου Σιάτιστας, σχολικού έτους 1997 -1998:
|
Βόζιος Βασίλειος,
Δαρδάλης Δημήτριος, Δάρδας Νικόλαος, Δεληγιάννη Βάια,
Δούβλου Χρυσούλα, Καλαμπούκα Μαλαματή, Κουταλιάγκα Τατιανή, Λογδανίδης
Θεόδωρος, Μάλαμα Αναστασία, Μπατσή Άννα, Νάκου Ναούμα, Πάτρα Mαρίνα,
Πούλιου Αικατερίνη, Ρισσάκη Ελένη, Σαπνάρα Ευδοξία, Σιόγκα Αγνή,
Σφενδώνη Παναγιώτα, Ταφαρλής Δημήτριος, Τσαούση Αλεξάνδρα, Τσαούση
Αντιόπη, Τζαναμπέτη Αικατερίνη, Τζιώνα Παρασκευή, Τσικοπούλου Μαρία,
Τσιότσιου ΄Ολγα, Tσίτσα Φωτεινή, Χατζηβασιλειάδης Ηλίας ,
Ωττα
Ιωάννα,
Ωττα Καλλινίκη, Ωττας Μάρκος.
|
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
Χτισμένη η Σιάτιστα στη μεσημβρινή πλαγιά
του βουνού Βέλια ανατολικά και βόρεια περιβάλλεται από άφυτες,
καμπυλωτές, πέτρινες βουνοπλαγιές, που συνθέτουν αγριάδα και ερημιά.
Δυτικά και νότια απ' τις παρυφές του οικισμού σε κάποια σημεία και
μέχρι τον Αλιάκμονα απλώνονται τα αμπέλια που εναλλάσσονται με
σιταγρούς.
Από τις αρχές του 17oυ αιώνα σ' ένα αδιατάρακτο
οικοσύστημα αρχίζει συστηματικά η αμπελοκαλλιέργεια και συνεχίζει μέχρι
σήμερα παραδοσιακά και σύγχρονα ή σύγχρονα με παράδοση.
Πολύ καλό πεδίο έρευνας του περιβάλλοντος, η
αμπελοκαλλιέργεια αλλά και ευαισθητοποίησης και μάθησης, κάτι που
επιδιώκει ο θεσμός της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στα γυμνάσια,
επιλέχθηκε από τους μαθητές κατά τη σχολική χρονιά 1997-98 ως θέμα
αρκετά σύνθετο.
Γνωρίζοντας όμως τους πρωταγωνιστές, την υπεύθυνο κ.
Αλεξάνδρα Χατζηζήση καθηγήτρια φυσικής αγωγής και τα 30 πρόθυμα παιδιά
της ομάδας δεν υπήρξε κανένας ενδοιασμός για την επιτυχία.
Η συνθετική εργασία της ομάδας παρουσιάστηκε σ' όλα τα
παιδιά του σχολείου ενθουσίασε όλους τους μαθητές και μεταδόθηκε η
γνώση. Η ίδια εργασία βραβεύτηκε από το Υπουργείο Μακεδονίας -Θράκης
ύστερα από εισήγηση του υπεύθυνου στο Νομό κ. Γιώργου Κόκοτα.
Η ευαισθησία του νομάρχη Κοζάνης κ. Πασχάλη Μητλιάγκα σε
κάθε δράση στο τοπικό περιβάλλον και κάθε συμμετοχική συμπεριφορά
ιδιαίτερα των νέων συνετέλεσε στη χρηματοδόση από τη Νομαρχιακή
Αυτοδιοίκηση αυτής της έκδοσης, που αγκαλιάζει και καλεί κοντά στη φύση
κάθε Σιατιστινό. Η αμπελοκαλλιέργεια δεν είναι απλά εμπειρία για κάθε
κάτοικο της Σιάτιστας είναι βίωμα είναι κομμάτι της ψυχής του.
Τέτοιες πρωτοβουλίες έκδοσης εντύπων στηρίζει και
επιμελείται το Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης Κοζάνης και ιδιαίτερα ο
Διευθυντής του κ. Βασίλης Καραγιάννης, που πρόθυμα ανέλαβε.
Φίλιος Τριαντάφυλλος
Μαθηματικός
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΙΟΥ
Αμπελουργία είναι το σύνολο των
δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην καλλιέργεια του αμπελιού, με σκοπό
να πετύχουμε μεγαλύτερης αξίας προϊόντα και εκλεκτής ποιότητας.
Είναι βέβαιο πως ο άνθρωπος για τη διατρoφή του
χρησιμοποιούσε τα σταφύλια ακόμη από την εποχή του ορείχαλκου. Μετά τον
κατακλυσμό ο Νώε, λέει η Παλαιά Διαθήκη, φύτεψε αμπέλι. Στην Αίγυπτο
βρέθηκαν σπόροι και φύλλα σε τάφους Φαραώ της 6ης χιλιετηρίδας, καθώς
και παραστάσεις με έξι (6) διαφορετικές ποικιλίες αμπελιού, ενώ στην Ν
.Γαλλία και τη Β. Ιταλία βρέθηκαν απολιθωμένοι σπόροι και
φύλλα.
Μερικοί υποστηρίζουν πως πρώτοι αμπελουργοί ήταν οι
Σημίτες, όταν ζούσαν ακόμα στη Μεσοποταμία, ενώ άλλοι ότι ήταν οι
Άριοι, που μετέφεραν από τον Καύκασο και διέδωσαν κατόπι την
καλλιέργεια του αμπελιού στην Αίγυπτο και στην Ευρώπη.
Ο Πλούταρχος γράφει πως οι
καλλιεργούμενες ποικιλίες του
αμπελιού προέρχονται από τις Iνδίες. Η πιθανότερη όμως εκδοχή είναι,
ότι η αμπελουργία αναπτύχθηκε ταυτόχρονα σχεδόν από διάφορους λαούς της
γης σε πολλές χώρες της Ασίας της Ν. Ευρώπης και της Β. Αφρικής.
Η καλλιέργεια του αμπελιού στην Ελλάδα, ίσως να έχει Ασιατική
προέλευση και να οφείλεται στην εγκατάσταση στο Αιγαίο, την Ηπειρωτική
Ελλάδα και την Κρήτη λαών από την Ανατολή.
Από άλλους αναφέρεται πως η καλλιέργεια του αμπελιού από
την Κρήτη διαδόθηκε στη Νάξο τη Χίο και την υπόλοιπη Ελλάδα. Το
ξακουστό κρασί που χρησιμοποίησε ο Οδυσσέας για να μεθύσει τον Πολύφημο
παράγονταν στον 'Ισμαρο της Θράκης.
Στην Ομηρική εποχή η αμπελουργία στην Ελλάδα ήταν κιόλας
πολύ αναπτυγμένη.
Πολλές χώρες λένε πως αυτές ήταν η πρώτη πατρίδα του
αμπελιού και σχεδόν όλες αποδίδουν την ανακάλυψη και την καλλιέργεια
του σε μια θεότητα. Οι 'Ελληνες είχαν το Διόνυσο, οι Ινδοί το θεό Σόμα,
οι Αιγύπτιοι τον Ώσιρη, οι Λίβυοι τον Άμμωνα, οι πρώτοι Ιταλοί τον
Κρόνο και αργότερα οι Ρωμαίοι το Βάκχο.
Μεγάλοι ποιητές, γλύπτες, χριστιανοί υμνογράφοι και λαϊκοί
καλλιτέχνες τραγούδησαν, ζωγράφισαν και σκάλισαν το ωραίο φυτό από την
αρχαιότητα μέχρι σήμερα σε πολλές χώρες και ιδιαίτερα στην Ελλάδα όπου
υπολογίζεται, ότι στις μέρες μας καλλιεργούνται 2.150.000 στρέμματα
περίπου από τα οποία το 25% είναι αμπέλια για κρασί, το 9% είναι
επιτραπέζια και 40% αμπέλια για σταφίδες.
Στην ιδιαίτερη πατρίδα μας τη Σιάτιστα η ιστορία του
αμπελιού χάνεται στους αιώνες. Δεν υπάρχει σχετική μαρτυρία πότε
ακριβώς ήρθε το αμπέλι στην πόλη μας και από που. Ο Γάλλος περιηγητής
Πουκεβίλ που έγραψε για τη Σιάτιστα του 1806 αναφέρει μετά των άλλων
πραγμάτων που τον εντυπωσίασαν και το κρασί και μας λέει
χαρακτηριστικά, ότι ήταν από τα καλύτερα της Μακεδονίας. Αυτό
διαπίστωσε επίσης και ο Άγγλος περιηγητής Γουλιέλμος Μαρτίνος Ληκ που
επισκέφθηκε τη Σιάτιστα το 1805 και έγραψε ότι "Οι Σιατιστείς
κατασκευάζουν ένα είδος κρασιού εκ των Αρίστων της Ρουμελίας".
Σίγουρο είναι ότι τα αμπέλια της Σιάτιστας ήταν στην ακμή
τους το 18o αιώνα και καλύπτουν σχεδόν τα 3/4 της καλλιεργήσιμης
γης
της γύρω περιοχής τους. 'Ετσι η αμπελουργία μαζί με το εμπόριο και την
κτηνοτροφία ήταν οι βασικές ασχολίες και το κύριο εισόδημα των κατοίκων
της.
Το ξακουστό ηλιαστό κρασί, όπως και η ρακή φυλάσσονταν
καλά στα κατώγια των αρχοντικών μας σε ειδικά βαρέλια κυρίως δρύινα και
σε κιούπια και ταξίδευαν σαν εκλεκτά και περιζήτητα εμπορεύματα στις
πολιτισμένες πολιτείες της Ευρώπης με τους Σιατιστινούς πραματευτάδες,
ή σαν "ηλιάτσι " δηλαδή φάρμακο, όπου αλλού κατοικούσαν Σιατιστινοί
ξενιτεμένοι.
Στις ευχάριστες ή δυσάρεστες στιγμές της ζωής τους και σε
κάθε κοινωνική εκδήλωση το καλό κόκκινο κρασί ήταν απαραίτητο και
συνόδευε καθημερινά όλα τα γεύματα. Οι Σιατιστινές αρχόντισσες φύλαγαν
χρόνια στα βαρέλια παλιό κρασί περιμένοντας τον αρραβώνα της κόρης ή
του γιού, για να κεράσουν τους συμπεθέρους. Τα Χριστούγεννα με τις
τηγανιές έπιναν το μαύρο που ήταν πιο βαρύ αλλά είχε θεραπευτικές
ιδιότητες κυρίως στις παθήσεις του πεπτικού συστήματος.
Βέβαια υπήρχαν και κάποιες φορές που το κρασί ξύνιζε, αλλά και
το ξύδι χρειαζόταν.
Κι όσο και αν ακούγεται σήμερα αστείο οι περισσότεροι από
του παππούδες μας, όταν ήταν στην ηλικία μας μεγάλωναν τρώγοντας για
πρωινό ένα πιάτο κρασοπάπαρα κι ήταν, όπως μας είπαν, ζεστοί και
γεμάτοι ενεργητικότητα όλη μέρα.
Όλα τα σπίτια σχεδόν είχαν αμπέλια που τα καλλιεργούσαν τα
μέλη της οικογένειας με προσωπική εργασία. Σήμερα δυστυχώς η
αμπελοκαλλιέργεια στη Σιάτιστα αργοσβήνει. Πολλές οικογένειες τάχουν
εγκαταλείψει τελείως και ούτε γνωρίζουν που βρίσκονται. Είναι ασύμφορη
η καλλιέργεια λένε, γιατί τα μεροκάματα είναι ακριβά και οι ίδιοι
αδυνατούν να τα δουλέψουν, αφού τα κερδοφόρα εργαστήρια της γούνας δεν
αφήνουν χρόνο γι ' αυτά.
Μερικοί προσπαθούν να τα κρατήσουν με ερασιτεχνικές
μηχανικές καλλιέργειες και λιπάσματα και για να γλυτώσουν το σκάψιμο,
τα ραντίζουν με ζιζανιοκτόνα και φυτoφάρμακα ανεξέλεγκτα, που είναι
πάρα πολύ βλαπτικά. 'Ενας μικρός αριθμός δουλευταράδων αμπελουργών έχει
μείνει ακόμα που αγωνίζονται με μεράκι όπως παλιά, για να κρατήσουν την
παράδοση της αμπελουργίας στον τόπο μας.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΦΥΤΟ
Το αμπέλι είναι φυτό εύκρατης ζώνης. Δεν αντέχει στα ψυχρά
κλίματα. Το καταλληλότερο υψόμετρο είναι 300μ. αλλά στην Ελλάδα τ'
αμπέλι ζει και ως τα 1000μ. στις ηλιόλουστες πλαγιές των βουνών.
Προτιμότερα εδάφη για τ' αμπέλι είναι τα επικλινή, γιατί
στραγγίζουν εύκολα. Ευδοκιμεί σε όλα τα χώματα αρκεί να μην έχουν πολλή
υγρασία και πολλά άλατα. Το αμπέλι πολλαπλασιάζεται με 3 τρόπους, με
σπόρους με καταβολάδες και συνηθέστερα με μοσχεύματα.
Το φύτεμα γίνεται την άνοιξη. Τα φυτά τοποθετούνται σε
απόσταση από 1,5 -2μ. το ένα από το άλλο. Είναι φυτό θαμνώδες
αναρριχώμενο, με ξυλώδεις διακλαδώσεις. 'Εχει φύλλα παλαμοειδή και
έλικες πάνω στους νεαρούς βλαστούς, για να πιάνεται σε στηρίγματα. Τα
άνθη του είναι μικρά, έχουν πράσινο χρώμα, σχηματίζουν ταξιανθίες ή
βότρυες και ευωδιάζουν. Το σταφύλι είναι ο καρπός του αμπελιού και
αποτελείται από πολλές ρώγες συγκεντρωμένες σε τσαμπιά. Οι ρώγες
περικλείουν σαρκώδη ουσία πυκνή με κουκούτσια, δηλαδή σπέρματα, που σε
μερικές περιπτώσεις μπορεί και να μην υπάρχουν.
Το αμπέλι έχει πολλούς εχθρούς και προσβάλλεται από πολλές
ασθένειες. Εχθροί του είναι το χαλάζι, οι μεγάλες παγωνιές, τα έντομα,
τα σκουλήκια, η φυλλοξήρα ο τετράνυχος. Και οι ασθένειες του
περονόσπορου και της μπάστρας. Ο καρπός του αμπελιού, το σταφύλι, είναι
ο βασιλιάς των φρούτων. Είναι γευστικό, ευκολοχώνευτο θρεπτικό και με
ιδιότητες θεραπευτικές σε πολλές περιπτώσεις. Το σταφύλι τρώγεται
φρέσκο και διατηρημένο σε ψυγεία. Τρώγεται και αποξηραμένο δηλαδή
σταφιδωμένο.
Με το ζάχαρο που περιέχει, είναι μια
εξαιρετική τροφή το
χειμώνα, προπάντων για τα παιδιά. 'Ενα κιλό σταφύλια αντιστοιχεί στις
θερμίδες που έχουν 1105 γραμμάρια γάλατος, 387γρ. κρέατος ή 227γρ.
ψωμί. Τα σταφύλια περιέχουν επίσης πολλά μεταλλικά άλατα σιδήρου,
φωσφόρου, κάλιου και μαγνησίου κι όλες σχεδόν τις βιταμίνες. Φρέσκο
χυμό
σταφυλιού δίνουν στα παιδιά που έχουν καθυστερημένη ανάπτυξη και σε
άτομα με παθήσεις ρευματοαρθριτικές, παθήσεις του συκωτιού και του
νευρικού συστήματος. Ποικιλίες σταφυλιών υπάρχουν πολλές. Στη Σιάτιστα
έχουμε εκλεκτές ντόπιες και ξένες ποικιλίες, επιτραπέζιες ή για κρασί
άσπρο, μαύρο και ηλιαστό.
Σήμερα με βάση τα
στοιχεία που πήραμε από τη Δ/νση Γεωργίας Κοζάνης στη Σιάτιστα έχουν
δηλωθεί, ότι καλλιεργούνται δυόμισι χιλιάδες στρέμματα αμπελιού.
Τα αμπέλια αυτά βρίσκονται στις παρακάτω περιοχές:
1. Αργυρά
2. Μπότσκα
3. Πέτροβα
4. Κοντολάκια
5. Σαμαρές
6. Τζιάγκενες
7 .Επίστρατα -Μαγούλα
8. Δερβένι Παλιόμυλος
Επεκτείνονται δηλαδή στις ανατολικές, νότιες και δυτικές
περιοχές της
πόλης μας.
Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΙΟΥ
Το αμπέλι για να αποδίδει ποιοτικά, τακτικά και
σταθερά θέλει σοβαρές
καλλιεργητικές φροντίδες και περιποιήσεις.
Την προηγούμενη σχολική χρονιά κάναμε πορείες σε πολλές
περιοχές, που
υπάρχουν αμπέλια και παρακολουθήσαμε από κοντά τη σταδιακή ανάπτυξη των
φυτών και τις ειδικές φροντίδες που χρειάζονται.
Στην πρώτη πορεία μας το Νοέμβριο του '96 είδαμε τα αμπέλια μετά
τον
τρύγο ξερά χωρίς σταφύλια με μεγάλες βέργες και τα περισσότερα φύλλα
πεσμένα.
Το Φεβρουάριο μετά τα χιόνια και τις βροχές που δέχτηκαν τα
βρήκαμε
ακόμη πιο γυμνά, με χώμα πατημένο και σκληρό.
Παρακολουθήσαμε την πρώτη εργασία που γίνεται το μήνα αυτό και
λέγεται
"ξελάκωμα" ή "ξαπαλούκωμα". Είχαμε μαζί μας τον κ. Κάβουρα Νικόλαο από
τη Γεράνεια, μερακλή αμπελουργό. Μας είπε πως η εργασία αυτή γίνεται με
ειδικό εργαλείο που λέγεται "ξεπαλουκωτσάπι". Με αυτό σκάβουμε
γύρω-γύρω το κούτσουρο για να ανασάνει το φυτό, να μπορεί δηλαδή να
αναπνέει καλύτερα η ρίζα του. Οι συμμαθητές μας Δημήτριος Δαρδάλης και
Νίκος Δάρδας ξεπαλούκωσαν από ένα κούτσουρο και τα κατάφεραν
θαυμάσια.
Μετά την εργασία αυτή, το Μάρτιο συνήθως ανάλογα με τις καιρικές
συνθήκες της περιοχής, γίνεται το κλάδεμα με ειδικό εργαλείο που
λέγεται κλαδευτήρι.
Με αυτό αφαιρούμε μερικώς κάποια όργανα του φυτού όπως τα κλαδιά
(τα
κλήματα δηλαδή) και ένα μέρος των οφθαλμών. Το κλάδεμα εξασφαλίζει την
καρποφορία και την αύξηση της παραγωγής, δίνει δύναμη και σχήμα στο
φυτό και προσδιορίζει την ανάπτυξη του.
Στη Σιάτιστα γίνεται το λεγόμενο κοντό κλάδεμα. Κλαδεύουμε
τα κλήματα
αφήνoντας μόνο δύο ή τρεις οφθαλμούς .
Το κλάδεμα το παρακολουθήσαμε στο αμπέλι του κ. Χιόνου στην
περιοχή
Μπότσκα. Ο Δημήτρης Δαρδάλης σύμφωνα με τις υποδείξεις του κ. Κάβουρα
κλάδεψε ένα κούτσουρο και μόλις ο αμπελουργός τελείωσε όλο το αμπέλι,
μαζέψαμε τα κλήματα σε σωρούς για προσάναμμα.
Με τον ερχομό της άνοιξης
εμφανίζονται σιγά-σιγά τα πρώτα πράσινα σημάδια ζωής στα κούτσουρα και
μετά το κλάδεμα ακολουθεί το σκάψιμο. Αυτό γινόταν παλιά με τη δικέλα
με δύο δόντια δηλαδή το φ(ι)κέλι.
Είχε σκοπό να ανακατέψει το έδαφος μέχρι ενός πάχους να
εκθέσει στον
αέρα τα κατώτερα καλλιεργήσιμα στρώματα, να καταστρέψει τα ζιζάνια, να
βοηθήσει το έδαφος να αποθηκεύσει μεγαλύτερες ποσότητες νερού και να
διευκολύνει την ανάμειξη της κοπριάς που κάπου-κάπου έπρεπε να πέφτει
στη ρίζα για να δυναμώνει το φυτό.
Σήμερα το σκάψιμο οι περισσότεροι το κάνουν με βενζινοκίνητα
μηχανάκια,
για να κερδίζουν χρόνο και κόπο τις περισσότερες φορές όμως η
μηχανοποίηση στην καλλιέργεια των δικών μας αμπελιών, που είναι
φυτεμένα σε πετρώδη εδάφη δεν φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα
ΤΟ ΡΑΝΤΙΣΜΑ
Τέλος Μαΐου αρχές Ιουνίου κι ενώ οι βέργες των
κλιμάτων έχουν φθάσει
μέχρι το ένα μέτρο περίπου γίνεται το ράντισμα. Πριν το 1885 τ' αμπέλια
στη Σιάτιστα δεν τα ράντιζαν καθόλου.
Το 1885 η εισβολή της φυλλοξήρας στην Ευρώπη κατέστρεψε
προσωρινά την
αμπελουργία και οριστικά όλον το μέχρι εκείνη την εποχή παραδοσιακό
αυτόρριζο τρόπο της αμπελοκαλλιέργειας. Από τότε η αμπελουργία στην
Ευρώπη στην Ελλάδα και στη Σιάτιστα αναπτύχθηκε πάλι, αλλά με βάση τα
αμερικάνικα φυτά κλήματα.
Αργότερα μπήκε στη ζωή του αμπελιού της Σιάτιστας το ράντισμα με
θειάφι
ή γαλαζόπετρα για να το προστατεύσει από τις αρρώστιες.
Η ομάδα μου το Μάιο του '97 έκανε εξόρμηση στο αμπέλι του κ.
Χαρίση
Καρακουλάκη και παρακολούθησε τα ραντίσματα. Η έξοδος αυτή ήταν από τις
καλύτερες εξόδους. Ξεκινήσαμε πρωί από το δρόμο του Μπούνου και βγήκαμε
στην περιοχή Κουπουλάκια. Εκεί είδαμε το πολύ περιποιημένο αμπέλι του
κ. Διαμαντή που είναι φυτεμένo με το σύγχρονο τρόπο υποστήριξης με
πλέγμα από σύρμα. Μετά μπήκαμε στο αμπέλι του κ. Καρακουλάκη που το
φροντίζει ο ίδιος με τον παραδοσιακό τρόπο. Εκεί όπως θα δούμε στο
βίντεο οι συμμαθητές μας Βόζιος Βασίλης και Ζιώγος ράντισαν με θειάφι
λίγα φυτά. Το ράντισμα με γαλαζόπετρα γίνεται με ειδικό ψεκαστήρα που
ρίχνει το διάλυμα σε υγρή μορφή. Παρατηρήσαμε πως πολλά φύλλα είχαν
προσβληθεί από "ψώρα" και όλα σχεδόν τα κούτσουρα είχαν πάνω τους άνθη.
Η διαδρομή μας ήταν μεγάλη και κουραστική τη μέρα εκείνη. Το
μεσημεριανό μας γεύμα έγινε κάτω από τις καταπράσινες καρυδιές του
διπλανού κτήματος. Εκεί το τραγούδι και οι τρέλες μας έφθασαν στο
κατακόρυφο. Το απόγευμα, αφού αποκτήσαμε πρωτόγνωρες εμπειρίες από τη
φύση, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. (φωτογραφία )
ΤΟ ΔΕΣΙΜΟ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΙΟΥ
Μετά το ράντισμα του αμπελιού ακολουθεί το
δέσιμο. Επειδή οι
κληματόβεργες έχουν μεγάλο μήκος κι απλώνονται κάτω στο έδαφος, τις
πιάνουμε δύο τρεις μαζί και τις δένουμε στο πάνω μέρος του φυτού μεταξύ
τους, έτσι ώστε να μπορεί το φυτό να προστατεύεται από τυχόν άσχημες
καιρικές συνθήκες να μην σέρνονται τα τσαμπιά των σταφυλιών στο χώμα
και να μπορούμε ευκολότερα να περιποιούμαστε. Το δέσιμο γίνεται συνήθως
με τη δύση του ηλίου όταν ακόμη τα κλήματα από τη ζέστη της μέρας είναι
ευλύγιστα, για να μην σπάζουν. φωτογραφία
Στο μεταξύ με τις ανοιξιάτικες βροχές όλο και κάποια χόρτα
εμφανίζονται
γύρω από τα κούτσουρα και τα πνίγουν. Αυτά πρέπει να αφαιρεθούν. Εδώ
επεμβαίνει ο καλλιεργητής με το δεφτέρισμα. Το δεφτέρισμα είναι σκάψιμο
που γίνεται με τσάπα επιφανειακά και απαλλάσσει το φυτό από τα
αγριόχορτα και τα ζιζάνια.
Μετά το δεφτέρισμα ο καρπός αρχίζει πλέον να δένει και να
ωριμάζει και
μπαίνουμε στην τελική ευθεία, που λέγεται τρύγος.
Ο ΤΡΥΓΟΣ
'Ερχεται ο τρύγος και θα γεμίσουν "οι άκρες" του σπιτιού
έλεγαν οι
γιαγιάδες μας. ΘΕΡΟΣ- ΤΡΥΓΟΣ-ΠΟΛΕΜΟΣ απαντούσαν οι παππούδες. Οι τρεις
αυτές λέξεις μας δίνουν να καταλάβουμε ότι ο τρύγος ήταν η πιο σοβαρή
και πιο κουραστική φάση της αμπελοκαλλιέργειας. Γινόταν τον Οκτώβρη.
Μόλις έμπαινε το φθινόπωρο, σ' όλα τα σπίτια της Σιάτιστας άρχιζαν
πυρετωδώς οι προετοιμασίες. Οι νοικοκυρές μούσκευαν και έπλεναν με
βραστό νερό και φύλλα καρυδιάς και συκιάς πρώτα τα βαένια των δύο,
τριών και πέντε χιλιάδων οκάδων .Μετά τα "πουστάβια" τα κουσιόρια, κι
όλα τα απαραίτητα σκεύη και σύνεργα, τα κατώγια ετοιμάζονταν να δεχτούν
τη νέα σοδιά.
Τη μέρα του τρύγου όλα τα μέλη της οικογένειας μπροστά οι
μεγάλοι
ζωσμένοι με μάλλινες ποδιές κι από κοντά και οι μικροί, για να
συνηθίζουν στην ανάληψη ευθυνών κι ακόμα συγγενείς εργάτες και βοηθοί
έκαναν τις τελευταίες ετοιμασίες. Το γενικό πρόσταγμα το είχε η
οικοδέσποινα κι αυτή με την ποδιά ζωσμένη, δίνοντας έτσι το καλό
παράδειγμα.
Φόρτωναν στα μουλάρια τα κοφίνια, τα καλάθια τις μπούκλες
με το κρασί,
τους τρουβάδες με το ψωμί και στο μεσοσάμαρο τους πιτσιρικάδες και
ξεκινούσαν για τ' αμπέλι. Εκεί με το καλάθι στο χέρι έπαιρναν τα
κούτσουρα με τη σειρά και προσεκτικά έκοβαν τα σταφύλια.
Γέμιζαν τα κοφίνια και με τα ζώα έκαναν τη μεταφορά. Γι
όσους είχαν
λίγα στρέμματα ο τρύγος τελείωνε νωρίς, γι ' άλλους κρατούσε βδομάδες.
Στους δρόμους της πόλης αντιλαλούσαν τα κιπρά κουδούνια
των μουλαριών.
Οι αυλές μοσχομύριζαν μούστο. Άλλοι πατούσαν τα σταφύλια στα πατητήρια,
άλλοι δοκίμαζαν το μούστο και μερικοί που έπιναν λίγο παραπάνω και
μεθούσαν στο τέλος τάβαζαν με το κρασί και μουρμούριζαν. "Ιγώ σι πίνου
για καλό κι συ μι χτυπάς στουν τοίχου"
Τα σπίτια γέμιζαν με χίλια καλά. Τα πετιμέζια, τα γλυκά
δηλαδή που
γινόταν με μούστο και σταφύλια μελιτζάνες κολοκύθια ή κυδώνια
ευωδίαζαν. Κάθε νοικοκυρά προσπαθούσε να παραβγεί την άλλη στο
καλύτερο.
Τα σιτζούκια, αρμαθιές με καρύδια βουτηγμένα στο μούστο
ξετρέλαναν τα
παιδιά κι όταν οι μάνες τα κρεμούσαν στο κατώι να στεγνώσουν οι μικροί
δάγκωναν τις άκρες, γιατί δεν άντεχαν στο πειρασμό κι ας έτρωγαν μετά
το ξύλο της χρονιάς τους.
Νοστιμότατες ήταν επίσης και οι μουστόπιτες με τα
κοπανισμένα καρύδια
πάνω κι ο ξινός μούστος που τον φύλαγαν σαν φάρμακο για την ιλαρά.
Το Σάββατο, στις 11 Οκτώβρη που μας πέρασε, θελήσαμε -όσο
γινόταν- να
ζήσουμε κι εμείς τον τρύγο, έτσι όπως γινόταν κάποτε. Πήραμε από
συγγενείς μας τρία μουλάρια και δύο γαιδουράκια και ξεκινήσαμε πεζοί
για το Δερβένι. Εκεί τρυγήσαμε ένα ολόκληρο αμπέλι και γεμίσαμε
κουσιόρια σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες που μας έδιναν οι συμπολίτες μας
Γιώργος Τσιαούσης και Θεόδωρος Τσέκαρης, που πρόθυμα ανταποκρίθηκαν στο
κάλεσμα μας.
Το μεσημέρι φάγαμε κάτω απ' τις καρυδιές, φορτώσαμε τα ζώα
και
σιγά-σιγά ακολουθώντας τα ανεβήκαμε στη Σιάτιστα. Το απόγευμα πατήσαμε
τα σταφύλια με τα πόδια όπως παλιά σε ξύλινο πουστάβι, γιατί σήμερα
υπάρχουν περισσότερα τσιμεντένια, και παρακολουθήσαμε πώς γίνεται το
πάτημα με τις σύγχρονες χειροκίνητες και ηλεκτρονικές μηχανές.
Γεμίσαμε τα βαένια με το μούστο και τα τσίπουρα και
τσουγκρίσαμε τα
ποτήρια με το μούστο που φέτος είχε γύρω στους 14 βαθμούς.
φωτογραφία
1
φωτογραφία
2
ΠΩΣ ΕΒΓΑΙΝΕ Η ΡΑΚΗ
Η πόλη που ζούμε ανέκαθεν είχε ζωτικότητα και
αγνότητα στα ήθη και τα
έθιμα και οι Σιατιστινοί λεβέντες και χωρατατζήδες, όπως γιόρταζαν τον
τρύγο πανηγυρικά, έτσι πανηγυρικά γιόρταζαν και την παραγωγή της ρακής.
'Οταν έλεγαν "θα βγάλουμε τα τσίπουρα" εννοούσαν όλη τη σκληρή, αλλά
και εύθυμη διαδικασία που μετέτρεπε τα στέμφυλα δηλαδή τα τσίπουρα σε
δυνατό οινοπνευματώδες ποτό, την περίφημη Σιατιστινή ρακή.
Η δουλειά αρχίζει με το σύρσιμο του μαύρου κρασιού που
βρίσκονταν μαζί
με τα τσίπουρα στα κλεισμένα βαένια. Αφού τραβούσαν πρώτα το μαύρο
κρασί, άνοιγαν τα βαένια και έβγαζαν τα τσίπουρα στα χαρανιά, για να τα
μεταφέρουν στο ρακοκάζανο. Το τι ακριβώς γινόταν εκεί το
παρακολουθήσαμε στις 23 Νοεμβρίου του '96 μέρα Σάββατο. Από την πλατεία
Γεράνιας κατεβήκαμε στο αρχοντικό του κ. Γεωργίου Αλεξίου ή Γούσια.
Στην αυλή του αρχοντικού υπάρχει ένα εξωτερικό μαγειρείο
και στο βάθος
του είναι χτισμένο το καζάνι που και σήμερα βγάζει ακόμα ρακή.
Εκείνη τη μέρα έβγαζε τη ρακή του ο κ. Μιχάλης Ώττας. Τον
παρακαλέσαμε
να μας αφήσει να παρακολουθήσουμε όλη τη διαδικασία και πρόθυμα δέχτηκε
και αυτός και η γυναίκα του να μας εξυπηρετήσουν .Παρατηρήσαμε ότι το
κάτω μέρος ενός μεγάλου καζανιού ήταν σταθερά χτισμένο πάνω σε μια
εστία φωτιάς και από πάνω εφάρμοζε αεροστεγώς ο άμβυκας, δηλαδή το άλλο
μισό του, το καπάκι.
Ο κ. Μίχος μας είπε πως πρώτα πλένουν και γυαλίζουν καλά το
καζάνι με
"κασταλαή", στάχτη δηλαδή λιωμένη σε νερό. Μετά τοποθετούν στον πάτο
του καζανιού, τη "λυσιά", μια κυκλική πλεξούδα από κληματόβεργες, για
να μην κολλήσουν τα τσίπουρα. 'Υστερα γεμίζουν το καζάνι με τσίπουρα
και με ένα μυτερό ξύλο ανοίγουν 5-10 τρύπες μέσα σε αυτά, για να
διευκολύνουν την άνοδο των ατμών .
Ρίχνουν μέσα λίγο νερό, κλείνουν καλά το καζάνι και το βουλώνουν
γύρω
-γύρω με ζυμάρι ή πατημένα τσίπουρα. Μετά βάζουν φωτιά με κλήματα και
"τσάκνα". Μόλις η φωτιά φουντώσει αρχίζει το βράσιμο. Οι ατμοί από το
πάνω μέρος του καζανιού μπαίνουν σ' ένα σωλήνα που τους οδηγεί σ' ένα
δεύτερο συνενωμένο σωλήνα που βρίσκεται μέσα σ' ένα "πουστάβι " με κρύο
νερό. Εκεί ψύχονται, υγροποιούνται και γίνονται ρακή που βγαίνει από το
τέλος του σωλήνα στο χαρανί που βρίσκεται χαμηλά στη δεξαμενή. Η φωτιά
πρέπει να είναι σταθερή, όχι πολύ δυνατή, γιατί υπάρχει κίνδυνος να
πετάξει το καπάκι και να σκάσει ο "γλας" (η συνένωση δηλαδή των
σωλήνων).
Η πρώτη ρακή λέγεται «πρωτοράκι», είναι αδύνατη Κι όχι
καλή ποιοτικά,
γιατί έχει νερό. Αυτή όμως που θα τρέξει αμέσως μετά η σκούμπα είναι
πιο δυνατή κι ακόμα δυνατότερη είναι η μεταβγαλμένη, αυτή που θα
διπλοαποσταχτεί με γλυκάνισο. Η απόσταξη διαρκεί κάθε φορά τρεις ώρες
περίπου και προς το τέλος πάλι η ρακή που βγαίνει είναι αδύνατη και
λέγεται "κατούρου" ή "αποράκι".
Με την "κατούρου" τραβούν τα ξύλα από τη φωτιά ξεβουλώνουν το
καζάνι
και αρχίζει το ξεφούρνισμα.
Οι πιο ικανοί θα βγάλουν με φτυάρια τα τσίπουρα μέσα από το
καζάνι. Οι
γυναίκες θ' αρχίσουν να το πλένουν, άλλοι θα απομακρύνουν τα τσίπουρα
σε κάποια γωνιά της αυλής, άλλοι θ' ανανεώσουν το νερό στη δεξαμενή,
για να παραμείνει κρύο και ξανά η ιστορία θ' αρχίσει απ' την αρχή.
Η δουλειά αυτή παλιά συνεχιζόταν χωρίς διακοπή όλο το 24ωρο ή το
48ωρο.
'Όσο διαρκούσε το βράσιμο, γινόταν βέβαια και κάποια διαλείμματα μεγάλα
για να ξεκουραστούν οι νοικοκύρηδες και οι εργάτες. Τότε τα αστεία, τα
πειράγματα, τα κουτσομπολιά, τα τραγούδια και τα παραμύθια έδιναν κι
έπαιρναν. Οι νοικοκυρές πάντα είχαν μαζί τους για να προσφέρουν στους
περαστικούς και στις παρέες μελιτζάνες στο ξύδι, πιπεριές, σαρδέλες
παστές ή ρέγγες και άλλα ορεκτικά. Για τις γυναίκες έβραζαν καλαμπόκι
και το έτρωγαν σαν γλύκισμα με καρύδια και μούστο.
Η κουραστική αυτή δουλειά κάποιους μερακλήδες όμως τους
εξόντωνε και το
'ριχναν στον ύπνο. Κάποιοι άλλοι πάλι λάτρεις της ρακής το 'ριχναν στο
ποτό, στο γλέντι και το πανηγύρι. Εύχονταν στο νοικοκύρη "καλό έξοδο
και του χρόνου με υγεία" και κεφάτοι τραγουδώντας μετά έπαιρναν το
δρόμο για τα σπίτια τους.
Τέλος η ρακή έμπαινε στα κιούπια ή στις τραμιτζάνες και
φυλάγονταν στα
κατώγια των σπιτιών .
Παλιά στη Σιάτιστα λειτουργούσαν πάνω από 70 καζάνια.
Σήμερα με τον
παλιό τρόπο λειτουργεί μόνο το καζάνι του κ. Αλεξίου Γεωργίου στη
Γεράνεια.
Λειτουργούν ακόμα άλλα τρία καζάνια του κ. Καλαμπούκα στη Χώρα,
του κ.
Γιάννη Τόζιου ή Ντόκου στην περιοχή του προφήτη Ηλία και του κυρίου
Δούβλου Αναστασίου στην περιοχή του γηπέδου Γεράνιας. 'Εχουν επίσης
καζάνια ο κ. Νάκος Iωάννης στη Χώρα και ο κ. Γράβας Παναγιώτης στη
Γεράνια, αλλά διέκοψαν τη λειτουργία τους.
Για να δούμε τη διαφορά του παραδοσιακού και του σύγχρονου
καζανιού
επισκεφθήκαμε ακόμη και τα καζάνια του κ. Τόζιου και του κ. Δούβλου.
Είναι καζάνια γαλλικού τύπου. Μέσα στη δεξαμενή τους υπάρχει ένα ειδικό
σύστημα σωλήνων σπιράλ, που βοηθάει στη γρήγορη ψύξη των ατμων, ενώ το
ξεφούρνισμα γίνεται με αυτόματο μηχανισμό, που σηκώνει όλο το καζάνι
μαζί με τη βάση του κι έτσι ο κόπος του ανθρώπου μειώνεται πολύ. Στο
καζάνι του κ. Δούβλου η ίδια δουλειά γίνεται με ένα σύστημα τροχαλίας.
Τα σημερινά καζάνια δεν λειτουργούν εντατικά, όπως παλιά. Οι
ιδιοκτήτες
τους μας είπαν ότι όλο και λιγότεροι κάθε χρόνο βγάζουν ρακή. Να
σημειώσουμε ακόμη ότι για να λειτουργήσει το ρακοκάζανο χρειάζεται
ειδική άδεια από το κράτος. Οι περισσότεροι από τους συμπατριώτες μας
που είχαν άδειες λειτουργίας τις πούλησαν κυρίως στον Τύρναβο.
Και έτσι μετά το κρασί και η ρακή ολοένα και λιγοστεύουν. Φέτος μάλιστα
τα ρακοκάζανα φορολογούνται από το κράτος υπερβολικά, θα λέγαμε για την
πόλη μας που δεν βγάζει ρακή για το εμπόριο σε μεγάλες ποσότητες, Οι
ιδιοκτήτες καζανιών πρέπει να πληρώσουν στην εφορία το ποσό των 50.000
δρχ. ανά το 48ωρο, το οποίο σύμφωνα με διαβεβαιώσεις των αρμοδίων του
χρόνου θα είναι 75.000δρχ. και την άλλη χρονιά 100.000 δρχ. το 48ωρο.
Αυτό σημαίνει πως το βγάλσιμο της ρακής θα είναι πλέον ασύμφορο
οικονομικά κι έτσι ένα ακόμη μέρος της παράδοσης της αμπελοκαλλιέργειες
θα χαθεί για πάντα σε λίγα χρόνια.
Πριν τελειώσουμε, θα ήταν παράλειψη αν δεν λέγαμε δύο
λόγια και για το
βασιλιά των κρασιών της Σιάτιστας "ΤΟ ΗΛΙΑΣΤΟ".
Είναι το κρασί που βραβεύτηκε επανειλημμένα στο Μπορντώ
της Γαλλίας και
τον Άγιο Φραγκίσκο της Αμερικής, για τη γεύση και την ποιότητά του.
Δεν παράγεται σε μεγάλες ποσότητες και καταναλώνεται μόνο
τις επίσημες
μέρες και τις μεγάλες γιορτές, εξαιτίας του κόστους και της μικρής
σχετικά ποσότητας. Δεν είναι κρασί που συνοδεύει το φαγητό. Είναι ένα
εκλεκτό ξεχωριστό κέρασμα στο φίλο, τον επισκέπτη ή τον καλεσμένο και
φέρνει αμέσως αποτέλεσμα.
Τον συνεσταλμένο τον εξοπλίζει με θάρρος, τον αγχώδη τον ηρεμεί
και τον
γέροντα του αναπτερώνει το ηθικό. "Ο ύπνος θρέφει το παιδί κι ο ήλιος
το μοσχάρι και το λιαστό τον γέροντα τον κάνει παλικάρι ", έλεγε ο
λαός. Γι ' αυτό και το ονόμασαν "ηλιάτσι ", δηλαδή φάρμακο, αφού
βοηθάει στη σωματική και ψυχική υγεία του ανθρώπου.
Για το ηλιαστό διαλέγουμε ειδικά σταφύλια τα χονδρομαύρα
που έχουν
ρώγες γλυκές και γεμάτες. Τα απλώνουμε σε σκιερό και ευάερο μέρος για
40 περίπου μέρες και μετά τα πατάμε σε ξύλινη σκαφίδα με τα χέρια.
Πετάμε τα τσίπουρα και το χυμό τους τον βάζουμε μέσα σε ένα σάκο από
γιδόμαλλο. 'Οταν στραγγιστεί σταγόνα -σταγόνα τον μεταφέρουμε στο
βαρέλι να βράσει.
Σήμερα στη Σιάτιστα πολύ λίγοι πλέον κάνουν ηλιαστό με τον
παλιό παραδοσιακό τρόπο.
Σήμερα στίβουν τα σταφύλια όχι με τα χέρια, αλλά με ειδικό
μηχάνημα που
λέγεται "μέγγενος" για να κερδίσουν κόπο και χρόνο.
Άλλοι πάλι
που το
εμπορεύονταν προκειμένου να βγάλουν ποσότητα το νοθεύουν ρίχνοντας μέσα
καμένη ζάχαρη, για να το γλυκάνουν ευκολότερα και γρηγορότερα. Το
κρασί όμως αυτό υστερεί ποιοτικά, βλάπτει την υγεία και το κυριότερο
δυσφημίζει τη Σιάτιστα.
ΕΙΠΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΣΙ
ΤΖΩΝ ΧΑΡΙΝΓΚΤΟΝ (Ι56Ι-Ι6Ι2) .
Πέντε προσόντα πλέκουν το εγκώμιο του κρασιού. Είναι δυνατό, όμορφο,
ευωδιαστό, δροσερό και σε κάνει να χορεύεις.
ΕΡΝΕΣΤΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ (Ι899-Ι96Ι)
Το κρασί είναι το μεγαλύτερο δείγμα πολιτισμού στον κόσμο.
ΟΥΙΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ (Ι564-Ι6Ι6)
Το κρασί ξυπνάει τον πόθο, αλλά ματαιώνει την πραγμάτωση.
ΟΡΑΤΙΟΣ (65-8π.Χ.)
Το κρασί φέρνει στο φως όλα τα κρυμμένα μυστικά της ψυχής.
ΤΟΜΑΣ ΛΑΒ ΠΙΚΟΚ (Ι785- Ι866)
Ο χυμός του σταφυλιού είναι η υγρή πεμπτουσία των συμπυκνωμένων
ηλιαχτίδων.
ΛΟΡ ΔΟΣ ΒΥΡΩΝ (Ι788-Ι824)
Το κρασί παρηγορεί τους λυπημένους, αναζωογονεί τους γέροντες, εμπνέει
τους νέους, κάνει τον κουρασμένο να ξεχνά τον μόχθο του.
ΙΑΠΩΝΙΚΗ ΠΑΡΟΙΜΙΑ
Στο πρώτο ποτήρι ο άνθρωπος πίνει το κρασί στο δεύτερο το κρασί πίνει
το κρασί στο τρίτο το κρασί πίνει τον άνθρωπο.
ΡΟΜΠΕΡΤ ΛΟΥΙΣ ΣΤΙΒΕΝΣΟΝ
Το κρασί είναι εμφιαλωμένη ποίηση.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑI ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η αμπελουργία στη Σιάτιστα τα τελευταία χρόνια ακολουθεί
φθίνουσα πορεία. Η απασχόληση των κατοίκων της με τη γούνα, τα ακριβά
μεροκάματα της καλλιέργειας ο κόπος και οι ειδικές φροντίδες που
χρειάζεται το αμπέλι όλη τη διάρκεια του έτους και κυρίως η άρνηση των
νέων να αοχοληθούν με τη γη είναι μερικές από τις αιτίες, που
αναγκάζουν τους Σιατιστινούς να την εγκαταλείψουν .
Από κρατικής πλευράς δεν υπάρχει ιδιαίτερη μέριμνα, γιατί
δυστυχώς στην Ελλάδα σήμερα το αμπέλι δεν είναι προωθούμενο είδος. Σε
πολλές περιοχές εξ άλλου της χώρας μας πέρυσι ξεριζώθηκαν περισσότερα
από 250.000 στρέμματα αμπελιών με μοναδικές στον κόσμο σε γεύση και
ποιότητα ποικιλίες και αντικαταστάθηκαν με άλλες καλλιέργειες, γιατί
στις χώρες της Ε.Ο.Κ υπάρχει πλεόνασμα κρασιών
Ο αντιπρόεδρος του συνδέσμου βιομηχανιών Β. Ελλάδας κ.
Γιάννης Μπουτάρης, οινοπαραγωγός, τόνισε το Μάιο στη 14η έκθεση
τροφίμων και ποτών DeTtop '97 στη Θεσσαλονίκη, ότι αν δεν ληφθούν άμεσα
μέτρα για την ανάπτυξη σύγχρονων νέων οινοποιητικών μονάδων μεσαίου
μεγέθους και η οικονομία μας θα δεχτεί μεγάλο πλήγμα και τ' αμπέλια μας
θα χάσουμε και θα καταστούμε πολύ σύντομα χώρα εισαγωγής κρασιού.
Η Σιάτιστα εδαφολογικά και κλιματολογικά δεν προσφέρεται
για τέτοιου είδους επενδύσεις, γιατί οι ποσότητες των σταψυλιών της ανά
στρέμμα είναι μικρές σε σχέση με άλλες περιοχές της χώρας μας και η
ποιότητα των κρασιών της είναι δύσκολο να κρατηθεί σταθερή χωρίς τις
οδηγίες ειδικών οινολόγων.
Οι Σιατιστινοί που καλλιεργούν αμπέλια σήμερα ομολογούν,
ότι οικονομικό κέρδος δεν έχουν, μια και ελάχιστοι εμπορεύονται τα
κρασιά και τη ρακή. Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι πρέπει να τα
εγκαταλείψουμε. Κάποια πράγματα που κουβαλούν ιστορία αιώνων δεν
αξιολογούνται με βάση το χρήμα.
Ό,τι οι παππούδες μας, που κάποτε δεν είχαν να φάνε, έφτιαχναν
με προσοχή και μεράκι, εμείς που ζούμε σήμερα στη Σιάτιστα με την
εξασφαλισμένη οικονομική ευρωστία δεν πρέπει να το αφήσουμε να χαθεί
για πάντα. Το μοναδικό βάλσαμο το πολυτραγουδισμένο Σιατιστινό κρασί
είναι στο χέρι μας να το διαφυλάξουμε για τη δική μας, την οικογενειακή
χρήση σαν το καλύτερο μέσο άμυνας απέναντι στα τόσα ξενόφερτα
επικίνδυνα και καταστρεπτικά είδη ποτών που μας κατακλύζουν .
'Οσα αμπέλια απόμειναν πρέπει να τα κρατήσουμε ζωντανά. Να
συνεχίσουμε την παράδοση με όποιο κόστος και να παραδώσουμε το
Σιατιστινό κρασί ανόθευτο στις επόμενες γενιές, δεμένο πάντα με τα ήθη,
τα έθιμα, τη φήμη και την αγέρωχη αρχoντιά της Σιάτιστας.
Ευχαριστούμε θερμά:
1. Τον κ. ΚΟΚΟΤΑ ΓΕΩΡΓΙΟ, υπεύθυνο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ΝΑ.
Κοζάνης για τον συντονισμό του προγράμματος.
2. Τον Διευθυντή του σχολείου μας κ. Φίλιο Τριαντάφυλλο για τη βοήθεια
και τη συνεργασία.
3. Το Δ.Σ. του Συλλόγου Γονέων του Γυμνασίου για την υλική και ηθική
στήριξη.
4. Τον κ. Γ. Λογδανίδη για την δωρεάν εκτύπωση φωτογραφιών.
5. Τους Αμπελουργούς της Σιάτιστας για τις δειγματικές τεχνικές
παρουσιάσεις στους μαθητές και την κατάθεση των εμπειριών τους.
6. Τη Γεωργική Υπηρεσία Κοζάνης για την παροχή απαραίτητων ειδικών
πληροφοριών.
7: Τις νοικοκυρές της Σιάτιστας για την πρόθυμη ξενάγηοη στα υπόγεια
φύλαξης του κρασιού.
Κάνοντας κλικ στη λέξη εργαλειοθήκη μπορείτε να δείτε
τα σχετικά με την καλλιέργια του αμπελιού εργαλεία
|
|
|