Ο Αντώνιος Σκούλιος γεννήθηκε στη Σιάτιστα και αποφοίτησε από το Τραμπάντζειο Γυμνάσιο. Σπούδασε  Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης , από όπου και έλαβε το  πτυχίο . Έλαβε την ειδικότητα Μαιευτικής -Γυναικολογίας   στο Βερολίνο και εργάσθηκε στα Γρεβενά και στην Κοζάνη.

 

Το παράπονο του Τζήκα και η εκδίκηση του Νιάκου

 

Καλοκαίρι 1946. Πάνω στον Αηλιά στρατοπέδευε ένας λόχος Σοφούληδων. Όλοι τους συμπατριώτες απ' τη Σιάτιστα και τα περίχωρα. Οι περισσότεροι παλαίμαχοι του Ελληνοϊταλικού πολέμου στο αλβανικό μέτωπο. Ο λοχαγός Σιατιστινός κι αυτός.

Πρωί-πρωί εγερτήριο, ρόφημα, αναφορά, παράπονα.

Παράπονα ο ένας γιατί η αρβύλα του πατούσε τον κάλο και δεν μπορούσε να περπατήσει, παράπονα ο άλλος γιατί δεν τον έφτανε το συσσίτιο και το ψωμί και ζητούσε διπλή μερίδα, καθένας και ένα παράπονο.

Σήμερα παραπονούμενος ήταν ο Τζήκας απ' του Τσιαρούσινο.

-Τι έχ'ς Τζήκα, ρωτάει ο λοχαγός.

-Ιά κυρ λουχαγέ, ου Νιάκους δε μι ξουρίζ' .

-Έλα ιδώ Νιάκου, ιατί δεν τουν ξουρίειζ του Τζήκα;

-Τουν ξουρίζου κυρ λουχαγέ όμους αυτός θέλ' κάθι μέρα ξούρσμα.

-Κάθι μέρα θέλ ' ου Τζήκας, κάθι μέρα θα τουν ξουρίειζ.

-Μάλιστα κυρ λουχαγέ όπους διατάξ'τι.

Την άλλη μέρα πρωί-πρωί μετά το ρόφημα και την αναφορά φωνάζει ο Νιάκος το Τζήκα.

-Έλα ιδώ ρε Τζήκα, κάτσι να σι ξουρίσου. Έκαμις κι παράπονα στου λουχαγό.

-Ντε ρε Νιάκου, οφού δε μι ξούρζις. 

Έκατσεν ο Τζήκας σ' ενα σκαμνί μπροστά απ' τη σκηνή-κουρείο και άρχισεν ο Νιάκος να τον περιποιείται. Σαπουνάδα μπόλικη, ξουράφι ακονισμένο καλά στο λουρί, έβαλε όλη την τέχνη του ο Νιάκος -μιά ζωή επαγγελματίας κουρέας- τον ξούρισε, τον τράβηξε και μια κόντρα, του είπε και με γειά σου και ο Τζήκας καταευχαριστημένος απ' την περιποίηση πάει να σηκωθεί.

-Στάσ' να σ' βάλου κι λίγου κουλώνια, λέει ου Νιάκους. Παίρνει το μπουκάλι με την κολώνια, γεμίζει μια χούφτα κι αρχίζει να τρίβει το πρόσωπο του Τζήκα που με ευχαρίστηση δέχονταν τις περιποιήσεις του Νιάκου.

-Ω Νιάκου

-Τι Τζήκα;

-Δε μι τσούζ' η κουλώνια!!

Ου... χουριάτ', σάματ' πλέρουσις καμμιά δικάρα ια να σι τσούξ' ; θα σι τσούξ' αργότιρα!!!

Ο Νιάκος είχε γεμίσει το μπουκάλι της κολώνιας με το πρωινό ρόφημα. Τσάϊ του βουνού με ζάχαρη.

Έτρεχεν ο Τζήκας να βρεί νερό να ξεπλύνει το πρόσωπο του για να μη τον φάνε  οι μύγες.

 

  

 

 Η φωτογραφία αυτή βγήκε μπροστά από το καφενείο του Νιάκου στα χρόνια 1948-1950.

Ο Νιάκος είναι όρθιος ,πέμπτος από αριστερά.

αρχική σελίδα